ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΖΙΦΑΣ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

 ΕΓΚΟΛΠΙΟ ΟΡΘΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗΣ

 

 ΏΣΤΕ ΑΝΕΛΛΗΝΙΣΤΟΙ

 ΔΕΝ ΕΙΜΕΘΑ, ΘΑΡΡΩ

 

 Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ « ΦΙΛΕΛΛΗΝ»

 

 

 ΣΗΤΕΙΑ 1998

 ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Κάθε γλώσσα είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Κανόνες υπάρχουν. Δεν είναι απαράβατοι. Όμως η γλώσσα έχει τη δική της ανεκτική ηθική. Υπάρχει, λοιπόν, γλωσσική ελευθερία με όρους και όρια. Η γραμματική και το συντακτικό χρειάζονται για να διευκολύνουν την αποδοτικότερη χρήση της γλώσσας. Δυστυχώς, σήμερα στα πλαίσια ενός άκρατου γλωσσικού λαϊκισμού ακούμε λέξεις της νεοελληνικής από τα μέσα Μαζικής Ενημέρωσης γλωσσικά αυθαίρετες. Μερικά παραδείγματα: οι υποδομές της χώρας μας, ο Πρωθυπουργός άμεσα θα λύσει το πρόβλημα, σαν εκπαιδευτικός έχω το δικαίωμα κ.ά. Χρειάζεται, λοιπόν, να γράφουμε και να μιλάμε με σεβασμό στη γλωσσική μας παράδοση.

 

 ΥΦΟΣ

 

Αδυναμίες ύφους: α. ασάφεια, β. κενολογία, γ. αμετροέπεια, λεξιθηρία, ε. προχειρογραφία και στ. μακροπερίοδος λόγος με τα πολλά υπερβατά και τις αλλεπάλληλες γενικές αφηρημένων ουσιαστικών.

            Τα υβρίδια, κακή μίμηση της καθαρεύουσας, τραυματίζουν την αισθητική της δημοτικής, π.χ. επέβλεψε των εργασιών αποκαταστάσεως των ζημιών, αντί επέβλεψε τις εργασίες για την αποκατάσταση των ζημιών.

 Ο λόγος μας είναι ανάλογος με τη χρήση του: στο επιστημονικό κείμενο είμαστε αυστηροί. Ο προφορικός λόγος είναι πολυσυλλεκτικός και ακατέργαστος ως προς τις λέξεις και ως προς τη σύνταξη. Στο λογοτεχνικό κείμενο ο λόγος είναι πολυσυλλεκτικός και κατεργασμένος ως προς τις λέξεις και ως προς τη σύνταξη.

 

 Ο ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ

 

 - πόσο σωστά μιλάμε τη γλώσσα μας;-

                Η γλώσσα μας χάνεται στα βάθη των αιώνων. Στη γλώσσα αυτή γράφτηκαν τον 5ο και 4ο αιώνα π. Χ. αθάνατα αριστουργήματα. Έλαμψε η ποίηση, η λογοτεχνία, η φιλοσοφία, η επιστήμη, οι εικαστικές τέχνες, ο χορός, η τραγωδία, η κωμωδία. Χιλιάδες ελληνικές λέξεις πλούτισαν τις ευρωπαϊκές γλώσσες και αποτέλεσαν τα θεμέλια όπου οικοδομήθηκε όλος ο δυτικός πολιτισμός.

            Το αττικό αλφάβητο είχε είκοσι τέσσερα γράμματα, δεκαεπτά για τα σύμφωνα και επτά για τα φωνήεντα, όπως και το σημερινό. Τα κείμενα στην αρχαία εκείνη εποχή γράφονταν με κεφαλαία γράμματα χωρίς τόνους, πνεύματα και άλλα σημάδια, όπως μαρτυρούν οι επιγραφές, τα μάρμαρα, τα ψηφιδωτά, οι πάπυροι κ.ά. Η αρχαία ελληνική είχε μακρά και βραχέα φωνήεντα και προσωδιακή προφορά με το ανεβοκατέβασμα της φωνής. Η αττική αυτή διάλεκτος διατηρήθηκε μ’αυτή τη μορφή γραφής και προφοράς, μέχρι τις αρχές περίπου του 3ου αιώνα.

 Στην ελληνιστική περίοδο, οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί, οι φιλόλογοι και οι γλωσσοδίφες, είδαν την προϊούσα φθορά της γλώσσας και στράφηκαν σχολαστικά στο παρελθόν, στον αττικισμό. Οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί σημείωναν την προσωδιακή προφορά με τρία σημάδια: την οξεία, τη βαρεία και την περισπωμένη.

 Επί αιώνες διατηρήθηκε η διγλωσσία που ταλάνισε τη γλώσσα μας ως το 1976 ( καθιέρωση στην εκπαίδευση της δημοτικής) και το 1982 (καθιέρωση του μονοτονικού ). Ωστόσο, σήμερα πάρα την προσέγγιση προφορικού και γραπτού λόγου, ένα από τα προβλήματα της γλώσσας μας είναι η σωστή προφορά της.

            Πολλά είναι τα θέματα της εκφοράς του έντεχνου νεοελληνικού λόγου (: του καλλιεργημένου νεοελληνικού προφορικού λόγου). Ο λόγος αυτός δεν είναι μόνο θέμα φυσικών φωνητικών ιδιοτήτων και των ειδικών ασκήσεων για τη βελτίωση της φωνής και της άρθρωσης, αλλά και της εφαρμογής των γραμματικών κανόνων για τη σωστή εκφορά της νεοελληνικής γλώσσας. Με τον όρο ορθόφωνη εκφορά του νεοελληνικού λόγου εννοούμε, εκτός των άλλων, τη σωστή εκφορά των συμβόλων και των βασικών φθόγγων της γλώσσας μας, την άρθρωσή τους σύμφωνα με τους κανόνες της Γραμματικής, την ομοιόμορφη προφορά των φωνηέντων και των συμφώνων, των παραλλαγών, των δίψηφων συμφώνων και φωνηέντων, των φθογγικών συμπλεγμάτων που αντικαθιστούν ελλείποντες μονογράμματους φθόγγους του αλφαβήτου μας, όπως π.χ. τους b, d, g. Η λανθασμένη προφορά των φθόγγων αυτών υποβιβάζει την αξία και την ομορφιά της γλώσσας στην καθημερινή κουβέντα, στη σχολική εκπαίδευση, στα δικαστήρια, στη Βουλή και ιδιαίτερα στην τηλεόραση και τα άλλα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, από τα οποία γίνεται περισσότερο αντιληπτός ο τραγέλαφος, η παραμόρφωση της γλώσσας αλλά και η ομορφιά του ωραίου νεοελληνικού λόγου, όταν προφέρεται σωστά.

            Για τη γραφόμενη ελληνική γλώσσα Έλληνες και ξένοι επιστήμονες έχουν γράψει ολόκληρους τόμους και εγχειρίδια για τους γραμματικο- συντακτικούς κανόνες και μηχανισμούς της. Ωστόσο, για τον προφορικό λόγο έχουν γραφεί και λεχθεί σαφώς λιγότερα. Στον προφορικό λόγο ενυπάρχει το περιεχόμενο, το νόημα και η εκφορά του, η μουσικότητα, η τονικότητα και ο χρωματισμός του λόγου που αναδεικνύει το νόημα.

            Η παραφθορά της γλώσσας μας οφείλεται εκτός από την έλλειψη συγκεκριμένου μαθήματος στο σχολείο που θα αναλύει και θα διδάσκει την ορθή προφορά της νεοελληνικής γλώσσας, στη διείσδυση αμέτρητων ξένων λέξεων στη γλώσσα μας και στη διαμόρφωση ενός κλίματος λαϊκισμού στην εκφορά του λόγου από πολλούς Έλληνες.

           

 Η ΣΩΣΤΗ ΕΚΦΟΡΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

                Τα δίψηφα συμφωνικά συμπλέγματα μπ, ντ, γγ ή γκ δεν έχουν αντίστοιχα ψηφία στο αλφάβητό μας που να αποδίδουν τον ιδιάζοντα ήχο τους. Καταφεύγουμε στους λατινικούς μονογράμματους φθόγγους b, d, g για να υποδηλώσουμε την ακριβή προφορά τους.

            Τα δίψηφα συμπλέγματα μπ, ντ, γγ ή γκ στην αρχή της λέξης προφέρονται πάντα σαν απλοί φθόγγοι, όπως προφέρουμε τα λατινικά γράμματα b, d, g. Το σύμπλεγμα μπ στην αρχή των λέξεων προφέρεται σαν b , όπως bαίνω, bροστά. Το σύμπλεγμα ντ στην αρχή των λέξεων προφέρεται σαν d , όπως π.χ. dομάτα, dουλάπα. Τα συμπλέγματα γγ και γκ στην αρχή των λέξεων προφέρονται σαν g, όπως π.χ. gιώνης, gέμια. Το μπ και το γγ ή γκ στα νέα ελληνικά προφέρονται το ίδιο και σαν φθόγγοι και σαν συμφωνικά συμπλέγματα, δηλ. b και g.

            Τα ίδια συμφωνικά συμπλέγματα μπ, ντ, γγ και γκ, που στην αρχή των λέξεων προφέρονται σαν απλοί φθόγγοι, στο μέσο των λέξεων επανακτούν το χαρακτήρα συμπλεγμάτων και προφέρονται ως δίψηφα συμφωνικά συμπλέγματα μ- b, ν- d και ν -g. Το σύμπλεγμα μπ, ενώ στην αρχή της λέξης προφέρεται σαν το λατινικό γράμμα b, στο μέσο της λέξης προφέρεται σαν το γράμμα b, αλλά με ένα μ μπροστά του, δηλ. μ- b, όπως αμ- bέλι, έμ- bειρος. Το σύμπλεγμα ντ, ενώ στην αρχή της λέξης προφέρεται d, όταν είναι στο μέσο της λέξης σαν το γράμμα d , με ένα ν μπροστά: βρον- dή, άν- dρας. Τα συμπλέγματα γγ και γκ, ενώ στην αρχή της λέξης προφέρονται πάντα σαν απλός φθόγγος g, όταν είναι στο μέσο της λέξης προφέρονται σαν σύμπλεγμα ν- g, , όπως: τσέλιν- gας, όν- gος. Σ’όλες τις περιπτώσεις το πρώτο γράμμα του συμπλέγματος γγ και γκ προφέρεται ως ν.

            Τα συμπλέγματα μπ, ντ, γγ και γκ, όταν βρίσκονται μέσα στη λέξη και η λέξη αυτή αποτελεί τον αόριστο ρήματος που αρχίζει από μπ, ντ, γγ, γκ, τότε προφέρονται σαν απλοί φθόγγοι μπ, ντ, γγ, και γκ, π.χ.: bαίνω, έ- bαινα, έbαζα και όχι έμ- bαινα, έμ- bαζα, dροπιάζω, εdρόπιαζα, όχι ενdρόπιαζα. Επίσης, gαρίζω, εgάριζα και όχι εν- gάριζα.

            Αυτή λοιπόν η διαφορά στην προφορά των ίδιων συμπλεγμάτων, όταν είναι στην αρχή ή όταν είναι μέσα στη λέξη, δημιουργεί αυτή τη μεγάλη σύγχυση. Το πρόβλημα γεννιέται από το γεγονός ότι δεν υπάρχoυν στο αλφάβητό μας τα απλά γράμματα b, d, g. Αν υπήρχαν αυτά τα τρία λατινικά γράμματα, με τη συμπροφορά εκάστοτε του μι ή του νι, θα είχαν λυθεί όλα τα προβλήματα που προκύπτουν εξαιτίας των παραπάνω φθόγγων και συμφωνικών συμπλεγμάτων.                                               

 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ

            Στον γραπτό λόγο η πληροφοριακή και λογική συνοχή αφενός και αφετέρου η συλλογιστική πορεία ενός κειμένου αποτυπώνονται με παραγράφους. Κανόνες: α. Εφόσον δεν πρόκειται για διαλογικό κείμενο, απαγορεύεται να συμπίπτει η παράγραφος με τα όρια μιας πρότασης ή και απλής περιόδου. Αντιθέτως, η σύνθετη περίοδος ορίζεται με παράγραφο, όταν ολοκληρώνει ένα μεριδιακό νόημα του κειμένου. Β. Ν’αποφεύγονται αδικαιολόγητα μακροσκελείς παράγραφοι σε συνοπτικότερα κείμενα, π.χ. δημοσιογραφικά κείμενα. Γ. Ο αριθμός και η έκταση των παραγράφων ενός κειμένου θα πρέπει να αντιστοιχούν κατά κάποιον τρόπο στον προσχεδιασμό του, όπως τον συλλαμβάνει και τον αποτυπώνει σε πρόχειρο μνημόνιο ο συντάκτης του. Δ. Θα πρέπει να αποφεύγεται σε ένα κείμενο ή ασύνδετη παράταξη παραγράφων, με τις οποίες συστήνονται διαδοχικά νοήματα, συνδεόμενα μεταξύ τους με προφανή λογική σχέση: αντιθετική, αιτιολογική, συμπερασματική κτλ. Ο σύνδεσμος, που δηλώνει κάθε φορά τη λογική σχέση, προωθείται στην αρχή της παραγράφου, για να προϊδεάσει τον αναγνώστη ως προς τη νοηματική εξέλιξη ενός κειμένου. Ε. Η ορθή ταξινόμηση ενός κειμένου σε παραγράφους εξασφαλίζει συγχρόνως οπτική ενάργεια αλλά και ρυθμική άνεση : ο αναγνώστης μπορεί αμέσως, βάσει της οπτικής εικόνας, να συλλάβει τη σύνταξη του κειμένου, ενώ συγχρόνως υποβοηθείται και στην ανάγνωσή του, καθώς οι παράγραφοι ορίζουν τον ρυθμό του κειμένου, δηλώνοντας την αυξομείωσή του αλλά και τις ενδιάμεσες ανάπαυλές του.

 

 ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

ΜΕΡΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

1. Θεματική πρόταση ( το θέμα ανάπτυξης: μια κρίση, διαπίστωση, άποψη).

2.   Λεπτομέρειες ( ανάπτυξη- αφήγηση- αιτιολόγηση- σύγκριση- επεξήγηση).

3.   Κατακλείδα ( συνόψιση- συμπέρασμα- επίλογος)

           

 ΑΡΕΤΕΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

1.   Ενότητα. Στην παράγραφο διαπραγματευόμαστε ένα μόνο συγκεκριμένο θέμα, αυτό που δηλώνεται στη θεματική πρόταση.

2.   Πληρότητα. Η θεματική πρόταση (: το θέμα) της παραγράφου εξετάζεται από όλες τις πλευρές και ολοκληρώνεται.

3.   Αλληλουχία. Οι λεπτομέρειες εκτίθενται με λογική και φυσική σειρά ( χρονική, γενικό-- μερικό, λογική).

4.   Συνοχή. Οι προτάσεις και οι περίοδοι της παραγράφου συνδέονται μεταξύ τους και το πέρασμα από τη μία παράγραφο στην άλλη θα πρέπει να γίνεται με συνδετικές ή μεταβατικές λέξεις όπως: αλλά, δηλαδή, επειδή, ενώ, ταυτόχρονα, ακόμη, ώστε, τέλος, συμπερασματικά κ.ά.

 

 ΣΤΙΞΗ

1.   ΚΟΜΜΑ. Τίθεται: α. διάκριση όμοιων ασύνδετων όρων ή προτάσεων, π.χ. ήρθε ο Γιάννης, ο Κώστας, ο Τάσος, β. διάκριση επεξήγησης από τον προσδιοριζόμενο όρο ή την προσδιοριζόμενη πρόταση: Ο Τάσος, ο επιστάτης, γ. διάκριση δευτερευουσών προτάσεων από τις κύριες., εφόσον δεν αποτελούν αντικείμενο του προηγούμενου ρήματος. Δεν στίζονται με κόμμα οι δευτερεύουσες προτάσεις που εισάγονται με το -να- ότι - που και με ερωτηματικά μόρια ( αντωνυμίες, επιρρήματα, και το ερωτηματικό αν), γιατί οι προτάσεις αυτές επέχουν θέση αντικειμένου, π.χ. θεωρεί ότι δεν είναι σωστό, διέταξε να φύγει, δεν ήξερε που να πάει, ο άνθρωπος που βάδιζε στο δρόμο μου φάνηκε γνωστός. Οι πολύ συνοπτικές αναφορικές προτάσεις, οι οποίες εισάγονται με το που, κατά κανόνα δεν στίζονται: π.χ. ο άνθρωπος που βάδιζε στον δρόμο. Πριν από το και κατά κανόνα δεν χρησιμοποιείται το κόμμα. Χρησιμοποιείται κόμμα, όταν υπάρχει αλυσίδα όρων που συνδυάζονται μεταξύ τους με και, αλλά το τελευταίο και εισάγει νέα πρόταση και όχι έναν επιπλέον όρο, π.χ. Αγόρασε βιβλία, δώρα, και ξόδεψε πολλά.

2.   ΑΝΩ ΣΤΙΓΜΗ. Χρησιμοποιείται για μικρότερη διακοπή. Ειδικότερα η άνω στιγμή χρησιμοποιείται στο εσωτερικό μιας περιόδου στις εξής περιπτώσεις: για να διακρίνει στο εσωτερικό μιας περιόδου μια πρόταση, η οποία αποτελεί επεξήγηση των προηγούμενων ή αντίθεση προς τα προηγούμενα, π.χ. αυτός δεν ήταν άνθρωπος ήταν θεριό. Μετά από δύο τελείες, για να χωρίσει μεταξύ τους ημιπεριόδους, οι οποίες αποτελούν επιμερισμένες επεξηγήσεις των προηγούμενων, π.χ. Πολλά δράματα της κλασικής εποχής, αναφέρονται στον τρωϊκό μύθο: η « Ορέστεια» του Αισχύλου λ.χ. και οι αποσπασματικοί «Μυρμιδόνες» του` ο « Αίας» Η « Ηλέκτρα», ο Φιλοκτήτης» του Σοφοκλή` οι « Τρωάδες», η « Εκάβη», η «Ανδρομάχη», η « Ελένη» του Ευριπίδη.

3.   ΑΝΩ ΚΑΤΩ ΣΤΙΓΜΗ. Χρησιμοποιείται: α. μπροστά από τα λόγια κάποιου προσώπου, β. απαρίθμηση όρων, γ. έπειτα από πρόταση που προαναγγέλλει γνωμικό ή παροιμία και στο εσωτερικό μιας μακράς περιόδου, εφόσον ακολουθεί σειρά από επιμερισμένες επεξηγήσεις των προηγούμενων, οι οποίες διακρίνονται μεταξύ τους με άνω στιγμή.

4.   ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ: Χρησιμοποιείται για να απομονώσει επεξηγηματικά στοιχεία της προηγούμενης πρότασης και για να περιλάβει τα στοιχεία παραπομπής ενός προηγούμενου παραθέματος.

5.   ΜΟΝΗ ΠΑΥΛΑ: Χρησιμοποιείται για να δείξει την αλλαγή του πρόσωπου που μιλά, στο εσωτερικό μιας πρότασης, για να φανεί η απότομη διακοπή της φράσης, και η απροσδόκητη ή και συντακτικώς ανακόλουθη συνέχειά της. Ύστερα από τελεία, για να καταδειχθεί με έμφαση, όπου χρειάζεται, το οριστικό τέλος ενός κειμένου. Από εδώ βγήκε και η φράση: τελεία και παύλα.

6.   ΔΙΠΛΗ ΠΑΥΛΑ: Η διπλή παύλα ( σε διάκριση προς την παρένθεση, και αντ’αυτής) χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι μια ενδιάμεση, παρενθετικού νοήματος, πρόταση πρέπει να διαβαστεί σε χαμηλότερη τόνο.

7.   ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ: Χρησιμοποιείται για να φιλοξενηθεί αυτολεξεί μικρότερος ή και σύντομος ευθύς λόγος πρώτου ή δεύτερου ή τρίτου προσώπου. Χρησιμοποιούμε ευθύγραμμα εισαγωγικά και όχι γωνιώδη, όταν χρειαζόμαστε εισαγωγικά εντός εισαγωγικών ( « ‘...’»). Επίσης, χρησιμοποιούμε εισαγωγικά, όταν θέλουμε να προσδώσουμε ειδικό νόημα σε κοινόχρηστες λέξεις.

8.   ΘΑΥΜΑΣΤΙΚΟ: Είναι απλό και δεν πολλαπλασιάζεται σε καμιά περίπτωση.

9.   ΑΠΟΣΙΩΠΗΤΙΚΑ: Χρησιμοποιούμε τρεις τελείες για να δηλωθεί οποιαδήποτε παράλειψη λόγου, γραπτού ή προφορικού. Σε μικρό παράθεμα γραπτού λόγου οι παραλείψεις δηλώνονται με αποσιωπητικά κλεισμένα σε ορθογώνιες αγκύλες.

10. ΔΙΑΛΥΤΙΚΑ: Σημειώνονται μόνο πάνω από τα: -ι- ή -υ-, για να δηλωθεί ότι προφέρονται χωριστά από το προηγούμενο φωνήεν: 1. αι και αϊ: αναίρεση, αλλά αϊδόνι, 2. αυ και αϋ: αυθόρμητος, αλλά αϋπνία, 3. Ει και εϊ: αγγείο, αλλά θεϊκός., 4. ευ και εϋ: ευγένεια, αλλά ξεϋφαίνω, 5. οι και οϊ: οικογένεια, αλλά απλοϊκός, 6. ου και οϋ: κουνούπι, αλλά προϋπόθεση, 7. υι και υϊ: υιός, αλλά μυϊκός. Οι λέξεις: εγωισμός, ζωικός, ηρωικός, πρωινός δεν θέλουν διαλυτικά. Επίσης, όταν τονίζεται το πρώτο από τα φωνήεντα: ρολόι. Εξαίρεση: στα κεφαλαία γράμματα πρέπει πάντοτε να τίθενται τα διαλυτικά: π.χ. ΑΪΝΣΤΑΪΝ.

 ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΝΙΣΜΟΥ (1)

ΚΑΝΟΝΕΣ ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

1.     Πνεύματα δεν σημειώνονται.

2.     Ως τονικό σημάδι χρησιμοποιείται η οξεία ( όχι τελεία κλπ.). Στα κεφαλαία φωνήεντα, όταν τονίζονται, ο τόνος σημειώνεται εμπρός και πάνω, π.χ. Έλληνες.

3.    Τονικό σημάδι παίρνει κάθε λέξη που έχει δύο ή περισσότερες συλλαβές. Αυτό ισχύει και στις λέξεις που παρουσιάζονται ως μονοσύλλαβες ύστερα από έκθλιψη ή αποκοπή, π.χ. είν’ ανάγκη, λίγ’ απ’ όλα (έκθλιψη) - φέρ’ το, άσ’ το ( αποκοπή), όχι όμως και ύστερα από αφαίρεση , π.χ. μου’ φερε ( αφαίρεση).

4.    Οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν παίρνουν τονικό σημάδι. Θεωρούνται μονοσύλλαβοι, όμως, και δεν τονίζονται οι συνιζημένοι τύποι, π.χ. ποιος, πιο, για, γιος, νιος. Προσοχή στη διαφορά: μια- μία, δυο- δύο, το ποιόν- ποιον. Μια μονοσύλλαβη προστακτική, ακόμη κι αν ακολουθείται από δύο εγκλιτικά, δεν τονίζεται, π.χ. πες μου το, βρες του τα.

5.    Εξαιρούνται και παίρνουν τονικό σημάδι:

α. ο διαζευτικός σύνδεσμος ή, π.χ. εγώ ή εσύ.

β. τα ερωτηματικά πού και πώς, π.χ. Πού χτύπησες; Πώς σε λένε; Δεν τονίζονται, όταν δεν είναι ερωτηματικά, π.χ. έμαθα πως φεύγεις, το σπίτι που καθαρίσαμε.

γ. οι αδύνατοι τύποι των προσωπικών αντωνυμιών ( μου, σου, του, της, τον, την, το, μας, σας, τους, τα), όταν στην ανάγνωση υπάρχει περίπτωση να θεωρηθούν εγκλιτικές, π.χ. η υπηρεσία μας είπε ( = η υπηρεσία είπε σ’ εμάς), ενώ η υπηρεσία μας είπε στους υπαλλήλους ( = η δική μας υπηρεσία).

 ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΝΙΣΜΟΥ (2)

ΟΥΔΕΤΕΡΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΣΕ -Ο

Η γενική ενικού και πληθυντικού αριθμού των ουδέτερων ουσιαστικών κατεβάζει τον τόνο στην παραλήγουσα, όταν πρόκειται για λέξεις της αρχαίας ή της καθαρεύουσας, οι οποίες πέρασαν στη δημοτική χωρίς άλλη αλλοίωση εκτός από την αποβολή του τελικού -ν-. Αμετακίνητος μένει ο τόνος στην προπαραλήγουσα των ουδέτερων σε -ο, όταν πρόκειται για γνήσιες λέξεις της δημοτικής ή για σύνθετα προπαροξύτονα ουδέτερα σε -ο με καθαρώς δημοτική υφή. Σε περίπτωση περιφράσεων ο τόνος είναι κανονικός, π.χ. του αμύγδαλου, αλλά γλυκά αμυγδάλου.

ΤΟΝΙΣΜΟΣ ΕΠΙΘΕΤΩΝ

           

            Στα τρισύλλαβα επίθετα σε -ος- η- ο ο τόνος στην προπαραλήγουσα μένει αμετακίνητος και στις άλλες πτώσεις του ενικού και του πληθυντικού αριθμού. Προπαροξύτονα επίθετα σε ος-η-ο, όταν χρησιμοποιούνται ως ουσιαστικά, κατεβάζουν στη γενική του ενικού και του πληθυντικού αριθμού τον τόνο στην παραλήγουσα. Το ίδιο ισχύει και στην αιτιατική του πληθυντικού.

ΤΟΝΙΣΜΟΣ ΘΗΛΥΚΩΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ

            Τα προπαροξύτονα αφηρημένα θηλυκά σε -εια, καθώς και τα τοπωνύμια θηλυκά σε , διατηρούν στη γενική κατά κανόνα τον τόνο τους στην παραλήγουσα. Όταν τα θηλυκά αυτά ουσιαστικά ή και τοπωνύμια απαντούν σε λόγιες περιφράσεις, κατεβάζουν τον τόνο τους στην παραλήγουσα, πχ. της ακρίβειας, μέτρηση ακριβείας.

ΤΟΝΙΣΜΟΣ ΒΑΦΤΙΣΤΙΚΩΝ

            Τα βαφτιστικά ονόματα τονίζονται όπου το θέλει η δόκιμη χρήση τους. Λέμε και γράφουμε: του Άγγελου Σικελιανού, αλλά του Αγγέλου Βλάχου. Σε κοινότοπες καθιερωμένες περιφράσεις πολλές φορές επιβάλλεται ο τονισμός της γενικής στην παραλήγουσα, ακόμη και σε βαφτιστικά, τα οποία άλλως πως κρατούν τον τόνο τους στην προπαραλήγουσα.

ΕΓΚΛΙΣΗ ΤΟΝΟΥ

ΤΟ ΕΓΚΛΙΤΙΚΟ ΤΟΥΣ: το εγκλιτικό τους τρέπεται σε των, όταν προηγείται λέξη που λήγει σε -ους. Η τροπή αυτή επιβάλλεται για λόγους ευφωνίας ( για να μην έχουμε αλλεπάλληλες συλλαβές σε -ους). Λέμε και γράφουμε: τα ποιήματά τους, αλλά τους οπαδούς των.

ΤΟ ΕΓΚΛΙΤΙΚΟ ΤΕΣ: ο δόκιμος εγκλιτικός τύπος της αντωνυμίας αυτές δεν είναι, όπως συχνά λέγεται και γράφεται τις αλλά τες. Λέμε και γράφουμε: χτυπώντας τες τις πόρτες, δεν πήρε καμμιάν απάντηση. Αγαπώντας τες τόσο πολύ τις κόρες του, δεν βρήκε δυστυχώς προκοπή.

 

 ΣΥΛΛΑΒΙΣΜΟΣ

            ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΜΕ ΜΙΑ ΛΕΞΗ

            Τα αριθμητικά από το δεκατρία ως το δεκαεννέα. Οι αντωνυμίες καθένας, καθεμιά, καθένα, καθετί, κατιτί, οποιοσδήποτε, οσοδήποτε, οτιδήποτε και το ουσιαστικό καθέκαστα. Επίσης, αφού, απέξω, δηλαδή, ειδεμή, ενόσω, ενώ, κιόλας, μολαταύτα, μολονότι, μολονόπου, ολοένα, ολωσδιόλου, οπωσδήποτε, σάμπως, ώσπου, ωστόσο, ωσότου. Απαρχής, απεναντίας, απευθείας, αφότου, διαμιάς, ειδάλλως, ενόψει, εξαιτίας, εξάλλου, εξαρχής, εξίσου, επικεφαλής, εντάξει, επιτέλους, επιτούτο, εντούτοις, καθαυτό, καθεξής, καλημέρα, καλησπέρα, καληώρα, καταγής, κατεξοχήν, κατευθείαν, μεμιάς, μόλο, μολοντούτο, μονομιάς, προπάντων, προπαντός, υπόψη, αφενός, αφετέρου, παρακάτω, παραπάνω, Αϊλιάς, Περαχώρα. Όμως δύο λέξεις: πάρα κάτω, πάρα πάνω, τέλος πάντων. Γράφουμε: κατά βάθος, κατά λάθος, κατά τύχη, κατά κανόνα, κατά μέρος, εν μέρει, εν γένει, εν σχέσει, εν ενεργεία, εν ανάγκη, εν τω μεταξύ, παρά πόδας.

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΛΛΑΒΙΣΜΟΥ

1.   Ένα σύμφωνο ανάμεσα σε δύο φωνήεντα το συλλαβίζουμε με το ακόλουθο φωνήεν.

2.   Δύο σύμφωνα ανάμεσα σε δύο φωνήεντα τα συλλαβίζουμε με το δεύτερο φωνήεν, εφόσον από αυτά τα σύμφωνα αρχίζει ελληνική λέξη.

3.   Τρία σύμφωνα ανάμεσα σε δύο φωνήεντα τα συλλαβίζουμε με το ακόλουθο φωνήεν, εφόσον και από τα τρία αυτά σύμφωνα ή τουλάχιστον από τα δύο πρώτα αρχίζει ελληνική λέξη. Αλλιώς τα χωρίζουμε και το α’ σύμφωνο το συλλαβίζουμε με το προηγούμενο φωνήεν, ενώ τα δύο άλλα με το ακόλουθο.

4.   Οι σύνθετες λέξεις ακολουθούν τους ίδιους κανόνες με τις απλές.

5.   Τα δίψηφα φωνήεντα, οι δίφθογγοι, οι καταχρηστικοί δίφθογγοι και οι συνδυασμοί αυ και ευ στο συλλαβισμό λογαριάζονται σαν ένα φωνήεν.

6.   Τα δίψηφα σύμφωνα και τα ρινικά συμπλέγματα δεν χωρίζονται στο συλλαβισμό.

 ΠΑΘΗ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΦΩΝΩΝ

ΣΥΜΦΩΝΙΚΑ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑΤΑ

                Τα κυριότερα, παράλληλα, συμφωνικά συμπλέγματα της νεοελληνικής γλώσσας είναι τα εξής: κτ-χτ, πτ- φτ, φθ- φτ, νδ- ντ, αυσ- αψ, ευσ- εψ.

                Τα παράλληλα ( κτ- χτ κλπ.) συμπλέγματα επιβάλλονται από τη συνύπαρξη στο νεοελληνικό λόγο λέξεων με λόγια προέλευση αλλά και με καθαρά δημοτικό σχηματισμό. Οι λόγιοι τύποι κρατούν υποχρεωτικώς στο θέμα τους, κατά προτίμηση στις καταλήξεις τους, τον αρχαίο συμφωνισμό. Για τους νεότερους τύπους ισχύει ο συμφωνισμός της δημοτικής. Λέμε και γράφουμε: πτώμα όχι φτώμα. Προσοχή: πολλές φορές οι ίδιες λέξεις αλλάζουν σημασία αναλόγως προς το λόγιο ή το δημοτικό τους συμφωνισμό: γραπτός λόγος, αλλά και το γραφτό, κτήμα( = το απόκτημα), αλλά και χτήμα (= χωράφι), τάγμα- τάμα, ρεύμα- ρέμα, λεπτός- λεφτά.

            Σε λέξεις με διπλόμορφο συμφωνισμό προτιμούμε ( στον γραπτό λόγο) το λιγότερο αλλοιωμένο τύπο. Γράφουμε: αποκτώ, κατακτώ, ανύπαρκτος, αντίκτυπος, χτύπημα, σχολείο, χθες- χθεσινός.

            Ο αρχαίος συμφωνισμός είναι υποχρεωτικός σε επιστημονικούς όρους και στα αριθμητικά ως μαθηματικά σύμβολα. Λέμε και γράφουμε: υποτακτική, προστακτική, επτά- δεκαεπτά, οκτώ, δεκαοκτώ. Επίσης, γράφουμε πάντα: εννέα όχι εννιά.

            Σε λόγιους σχηματισμούς ονομάτων κρατούμε τα συμφωνικά συμπλέγματα: γμ, υμ, υσ και δεν τα απλοποιούμε σε μ, ψ. Γράφουμε: πράγμα, πνεύμα ( όχι πνέμα), εμπορεύσιμος ( όχι εμπορέψιμος), απόλαυση ( όχι απόλαψη).

            Το συμφωνικό σύμπλεγμα γχν απλοποιείται σε χν στην αρχαία λέξη σπλάχνον και στα παράγωγά της.

            Ο ενεργετικός αόριστος των ρημάτων σε -αύω και -εύω σχηματίζεται άλλοτε σε -σα και άλλοτε σε -ψα. Η τήρηση του -σα επιβάλλεται κατά κανόνα από την ύπαρξη αντίστοιχου λόγιου ουσιαστικού. Λέμε και γράφουμε: μάζεψα, πάλεψα, αλλά εκπαίδευσα ( εκπαίδευση).

            Από τους διπλόμορφους αόριστους ορισμένων ρημάτων σε -σα και ξα προτιμούμε το λιγότερο αλλοιωμένο τύπο. Γράφουμε: άγγισα ( αντί άγγιξα), πήδησα ( αντί πήδηξα).

            Οι παθητικοί χρόνοι των ρημάτων ακολουθούν στις καταλήξεις τους τον συμφωνισμό της δημοτικής. Γράφουμε: αμείφτηκε ( όχι αμείφθηκε). Εξαιρούνται τα ρήματα τάσσω , άγω και πτύσσω και τα σύνθετά τους, τα οποία ακολουθούν τον αρχαίο συμφωνισμό. Γράφουμε: έχω αχθεί, τάχθηκε, αναπτύχθηκε.

            Δύο ζεύγη όμοιων συμφώνων υπάρχουν μόνο στις επόμενες λέξεις:

1. αλλάσσω 5. αλλεπάλληλος

2.   αλληλεγγύη 6. Αλλοπρόσαλλος

3.   απορρίμματα

4.   επαγγέλλομαι

            Τα συμπλέγματα σχ- σκ: το σύμπλεγμα σχ - σκ, όταν βρίσκεται σε λαϊκές λέξεις, ενώ στις λόγιες παραμένει σχ, π.χ.: άσκημος και όχι άσχημος, σχέδιο και όχι σκέδιο.        

            Τα συμπλέγματα υσ-(=φς) και (=βμ): το σύμπλεγμα υσ ( που προφέρεται φσ, όπως ευσυνείδητος), μετατρέπεται συχνά σε ψ και μάλιστα όχι μόνο στις λαϊκές λέξεις: γοήτευσα- γοήτεψα, έκλαυσα- έκλαψα. Άλλοτε πάλι παραμένει υσ (=φς) κι αυτό συμβαίνει μόνο σε λόγιες λέξεις. Όπως: αγόρευση.

            Το σύμπλεγμα υμ ( που προφέρεται βμ, όπως ευμάρεια), σε μερικές λαϊκές λέξεις χάνει το φθόγγο β, όπως: απόγευμα- απόγεμα. Όμως στις λόγιες λέξεις ο φθόγγος β διατηρείται. Όπως: γεύμα- γευματίζω.                     

           

 ΠΙΝΑΚΑΣ ΛΕΞΕΩΝ ΜΕ ΔΥΟ ΟΜΟΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ Η ΜΕ ΕΝΑ ΣΥΜΦΩΝΟ (1)

Γράφονται με:

ββ: Σάββας, Σάββατο.

 Β: κρεβάτι.

 Κκ: ακκισμός, ανέκκλητος, εκκαθάριση, εκκλησία, εκκρεμώ, έκκριση, κόκκινος, κόκκος, λάκκος. Κ: κόκαλο, κόκορας, κοκίτης, κοκόνα, κουκί, κούκος, κουκούλα, κουκούλι, κουκούτσι, ξωκλήσι, ρόκα, σάκος.

 Λλ: αγαλλίαση, αγγέλλω, αλλά, αλλαγή, αλλάζω, απαλλάσσω, αλλεπάλληλος, άλλος, αλλοπρόσαλλος, αλλού, άμιλλα, απαράμιλλος, αναγαλλιάζω, αναστέλλω, απαλλοτριώνω, βάλλω, βδέλλα, Γαλλία, δικέλλι, ειδύλλιο, Ελλάδα, Έλλη, Έλληνας, έλλειμμα, έλλειψη, ελλειπτική, ελλόγιμος, θάλλω, Καλλέργης, Καλλίας, Καλλιγάς, Καλλίμαχος, καλλιγραφία, Καλλίδρομο, καλλιέργεια, κάλλιο, Καλλιόπη, καλλιτέχνης, καλλονή, καλλυντικός, καλλωπίζω, κατάλληλος, Κεφαλληνία, Κεφαλλονιά, κόλλα, κολλίτιδα, κόλλυβα, κολλύριο, κολλώ, κοράλλι, κορυδαλλός, κρύσταλλο, Κυλλήνη, κύπελλο, κωμειδύλλιο, μαλλί, μάλλον, μέταλλο, μεταλλείο, μέλλον, μέλλω, παράλληλος, Πέλλα, Πελλήνη, ποικίλλω, πολλαπλασιάζω, πολλοί, πρωτόκολλο, Ρηγίλλη, Σίβυλλα, συλλαβή, συλλαλητήριο, Σύλλας, συλλείτουργο, σύλληψη, συλλογή, συλλογίζομαι, σύλλογος, συλλυπούμαι, στέλλω, σφάλλω, τριφύλλι, υπάλληλος, φελλός, φύλλο, χρυσαλλίδα, ψάλλω, ψελλίζω, Ψελλός, ψύλλος.

 Λ: άργιλος, βάκιλος, βίλα, βανίλια, βούλα, γάλος, γρίλια, γρυλίζω, γρύλος, γορίλας, Δαρδανέλια, δολάριο, θρύλος, Καβάλα, καβάλα, κάγκελο, καλαισθησία, καριοφίλι, κολάρο, κολίγας, λίβελος, μακελειό, μαλώνω, μαξιλάρι, μίλι, μπάλα, μπαλόνι, παλικάρι, Πορτογαλία, πορτοφόλι, πουλί, σέλα, σκύλος, τάλιρο, τορπίλα, τρελός, Τριφυλία, τρούλος, φάκελος, φάλαινα, φυσαλίδα, ψαλίδι. Έλα: κανέλα, κασέλα, κοπέλα, μπροστέλα, σαρδέλα, φανέλα, φουστανέλα. Έλι: κοκκινέλι, κουνέλι, κουρέλι, μπιζέλι, παστέλι. Έλο: βέλο, καπέλο, μοντέλο, πινέλο, φουρνέλο. Ούλα: βαρκούλα, καρδούλα. Ούλι: μεδούλι. Ούλης: μικρούλης. Πουλο: αρχοντόπουλο. Πούλα: ψαροπούλα. Λος: ΚΑΝΟΝΑΣ: τα αρχαία κύρια ονόματα σε -λος γράφονται με ένα λ, όταν είναι παροξύτονα και με δύο λλ, όταν είναι προπαροξύτονα: Αισχύλος, Κρατύλος, Ρωμύλος, Ζωίλος, αλλά Κάτουλος, Τίβουλλος, Κύριλλος, Τελέσιλλα.

 Μμ: άμμος, αμμωνία, άναμμα, αόμματος, βάμμα, βλέμμα, γράμμα, γραμματέας, γραμματική, γραμμάριο, γραμμή, δίλημμα, εκατομμύριο, έλλειμμα, Εμμανουήλ, έμμεσος, έμμετρος, έμμισθος, έμμονος, θρυμματίζω, κάλυμμα, κόμμα, κομμάτι, κομματίζομαι, κομματιάζω, κομμωτής, κρεμμύδι, λήμμα, πλημμέλημα, ράμμα, στέμμα, στρέμμα, συμμαζεύω, συμμαθητής, σύμμαχος, συμμερίζομαι, συμμετοχή, συμμετρία, συμμορία, συμμορφώνω, τρίμμα. 

Μ: γόμα, καμιά, κομοδίνο, μαμά, μαμή, μαμούθ, ρέμα, ψέμα.

ΝΝ: Αλόννησος, Άννα, βλέννα, γέννα, Γεννάδιος, γενναίος, γέννημα, γεννώ, Γιάννενα, Γιάννης, εννιά, εννιακόσια, ενενήντα, έννοια, εννοώ, έννομος, καννάβι, κάννη, Κόριννα, μάννα, παλιννόστηση, παννυχίδα, Πελοπόννησος, σύννεφο, συννυφάδα, τήβεννος, τύραννος.

Ν: αέναος, Βρετανία, Γενάρης, γενεά, γούνα, ενεός, ερινύες, κανέλα, κανίβαλος, κάνουλα, κολόνα, μάνα, νόνα, νονός, πανί, πένα, σονέτα, τόνος.

Ππ: Ιππίας, ιππικό, ιπποδρόμιο, ιππότης, Καππαδοκία, Λύσιππος, μόνιππο, παππούς, Φιλιππίνες, Φίλιππος.

Π: γρίπη, κάπα,, καπέλο, παπάς, στέπα, στουπί.

Ρρ: αιμορραγία, αμφίρροπος, αναντίρρητος, αναρριπίζω, ανάρρωση, αντίρρηση, Αντίρριο, αντίρροπος, απόρροια, απόρροια, απορρίπτω, απορροφώ, άρρωστος, διαρροή, διαρρυθμίζω, επίρρημα, επιρροή, έρρινος, ετοιμόρροπος, θάρρος, ιδιόρρυθμος, ισορροπία, καταρράκτης, μεταρρυθμίζω, μηχανορραφία, ομόρρυθμος, παλίρροια, παρρησία, πρόρρηση, πυρρίχη, Πύρρος, πυρρός, Σέρρες, σύρριζα, συρροή, ψυχορραγώ.

Ρ: α) Λέξεις που γράφονται με ένα ρ και στην αρχαία γλώσσα: ευρυθμία, εύρωστος, Φερές, Φεραίος κτλ, β) οι ρηματικοί τύποι που είναι σύνθετοι με το επίρρημα ξανά ή το αχώριστο ξε-: ξαναρίχνω, ξεριζώνω, ξεράβω, γ) οι αυξημένοι ρηματικοί τύποι των παρελθοντικών χρόνων: έραψε, έριξε, ερύθμισε, ερήγωσε, κτλ., δ) τα νεότερα σύνθετα: αγριοροδιά, αναρωτιέμαι, ασπρόρουχα, βαθύριζος, κατάραχα, γλυκόριζα, ελληνορουμανικός, ελληνορωμαϊκός, καλορίζικος, ξενοράβω, συχνορωτώ κτλ., ε) οι ξένες λέξεις: κάρο, καρούλι, περούκα, ταράτσα κτλ.

Σσ: Αβησσυνία, Αλικαρνασσός, Ασσυρία, Βησσαρίωνας, βύσσινο, βυσσοδομώ, γλώσσα, Έδεσσα, Ελασσόνα, θάλασσα, Θεσσαλία, Κασσάνδρα, Κασσιόπη, κασσίτερος, κίσσα, κισσός, κολοσσός, κυπαρίσσι, λύσσα, Μασσαλία, μέλισσα, Μεσσηνία, μολοσσός, νάρκισσος, νεοσσός, Οδησσός, Όσσα, Παρνασσός, πάσσαλος, περισσεύω, περίσσιος, περισσότερο, πεσσός, πίσσα, Σαμιώτισσα, συσσίτιο, σύσσωμος, συσσωρεύω, τάσσω, τέσσερα. Τα παράγωγα σε -ίσσα: βασίλισσα, αρχόντισσα.

Σ: αλυσίδα, Αμισός, Αργινούσες, άσος, ατίθασος, Βελισάριος, δισάκι, Ερεσός, Ιλισός, κάσα, Κηφισιά, Κηφισός, Κίσαβος, κλασικός, κλώσα, Κνωσός, κοντέσα, Λάρισα, Λεμεσός, μασόνος, μισεύω, μπούσουλας, Πάμισος, Πατήσια, πασάς, ποτάσα, πριγκιπέσα, ρούσος, Ρωσία, σουσάμι, φουσάτο.

Ττ: Αττική, αττικισμός, διττός, ελάττωμα, ελαττώνω, κύτταρο, Λυκαβητός, περιττός, Πιττακός, τριττός, Υμηττός, Φρεαττύδα, ψιττακίζω.

Τ: κότερο, πίτα, Βρετανία. ---έτα: ομελέτα, οπερέτα, ρακέτα, ρουκέτα, τουαλέτα.---έτο: καβαλέτο, κασκέτο, κλαρινέτο, κουφέτο, πακέτο, σονέτο, στιλέτο.--- βαρελότο, καρότο, μπισκότο, τσιρότο.

 Γγ: Αγγελική, Άγγελος, άγγελος, Αγγλία, Βαγγέλης, βεγγαλικό, Γάγγης, γάγγλια, γάγγραινα, γογγύζω, γογγύλι, έγγαμος, εγγόνι, εγγράμματος, έγγραφο, εγγυητής, ευαγγέλιο, εχέγγυο, ίλιγγος, κλαγγή, λαρύγγι, μαγγανεία, μαγγάνιο, Μεσολόγγι, μηλίγγι, μηνιγγίτης, Μογγολία, Ουγγαρία, Παγγαίο, παλιγγενεσία, παραγγελία, παρασάγγης, σάλπιγγα, σπαράγγι, στραγγίζω, στραγγαλίζω, στρογγυλός, συγγενής, συγγνώμη, συγγραφέας, συρίγγιο, σφαλάγγι, σφίγγα, σφίγγω, σφουγγαρίζω, σφουγγίζω, υπέγγυος, υπερφαλαγγίζω, φάλαγγα, φάλαγγας, φαλάγγι, φαράγγι, φεγγάρι, φέγγω, φερέγγυος, φθόγγος, φόρμιγγα, φραγγέλιο.

                 

 ΕΚΘΛΙΨΗ- ΑΦΑΙΡΕΣΗ

Στον γραπτό λόγο αποφεύγουμε κατά κανόνα την έκθλιψη και την αφαίρεση. Ο κανόνας δεν ισχύει, όταν μεταγράφουμε παραθέματα γραπτού και προφορικού λόγου ( θέλουμε να διατηρήσουμε το φωνητικό του ύφος). Στην περίπτωση της αιτιατικής των προσωπικών αντωνυμιών εγώ, συ, αυτός δικαιολογείται η έκθλιψη του - ε- της πρόθεσης σε. Γράφουμε: σ’ εμένα και όχι αναγκαστικώς: σε εμένα.

            Έκθλιψη παθαίνουν οι λέξεις:

1.   να, θα, τα, για: ----όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από -α: π.χ. ν’ ανέλθει, θ’ αναλογιστεί, γι’ αυτό.

2.   κατά, μετά, παρά:--- όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από -ε ή -ο: κατ’ επάγγελμα, παρ’ ό,τι.

3.   με,σε: όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από -α ή -ε: μ’ ενδιαφέρει, σ’ αγαπώ.

4.   από: όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από -α ή ο ή αυ: απ’ αρχής, απ’ όλους, απ’ αυτόν.

5.   επ:π.χ.: επ’ αόριστον.

6.   φερ’ πείν.

                O αντιθετικός σύνδεσμος αλλά δεν παθαίνει έκθλιψη.

                 

 ΤΟ ΤΕΛΙΚΟ- Ν-

            Διατηρείται το τελικό -ν- ανεξαιρέτως στην αιτιατική του αρσενικού άρθρου και στην αιτιατική της αρσενικής προσωπικής αντωνυμίας. Γράφουμε: τον στρατό, τον Θανάση.

            Διατηρείται το τελικό -ν- ανεξαιρέτως στην άρνηση δεν για να διακρίνεται από τον σύνδεσμο δε, όπου αυτός κατ΄εξαίρεση χρησιμοποιείται.

            Διατηρείται το τελικό- ν- στην αιτιατική του θηλυκού άρθρου και στην αντίστοιχη προσωπική αντωνυμία, όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από φωνήεν ή με ένα από τα επόμενα συμφωνικά συμπλέγματα:

κ, τ, π ---μπ, ντ, γκ---τζ, τσ---ξ, ψ.

            Σ’όλες τις άλλες περιπτώσεις το τελικό ν του θηλυκού άρθρου και της θηλυκής αντωνυμίας παραλείπεται.

                Διατηρείται στις παρακάτω λέξεις: άπαν, απών, ενδιαφέρον, επιπλέον, καθήκον, λοιπόν, μέλλον, μηδέν, ον, παν, παρελθόν, παρόν, πλέον, προϊόν, σύμπαν, συμφέρον, σχεδόν, φωνήεν. Επίσης, στους συνδέσμους αν, όταν και πριν.

            Το-ν-. Ποτέ δεν υπάρχει μπροστά από τα : - κ-, - γ-,- χ-, -ξ-. Πάντοτε τρέπεται σε: -γ-., π.χ: ανεξέλεγκτο, εγκράτεια, έγγαμος, άγχος, να ελέγξει, ευσπλαγχνίζομαι.    

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

1.   Φυλάγουν το τελικό -ν- οι λέξεις οι ακόλουθες που αρχίζουν από φωνήεν ή από σύμφωνο στιγμιαίο (κ, π, τ, μπ,, ντ, γκ, τσ, τζ) ή διπλό ( ξ, ψ).

2.   Χάνεται το τελικό -ν-, όταν η ακόλουθη λέξη αρχίζει από σύμφωνο εξακολουθητικό (γ, β ,δ, χ, φ, θ, μ, ν, λ, ρ, σ, ζ).

3.   Το τελικό -ν- φυλάγεται πάντοτε στο άρθρο των, στην αιτιατική του αρσενικού άρθρου, στην προσωπική αντωνυμία του γ’ προσώπου αυτόν, τον καθώς και στο τροπικό επίρρημα σαν.

4. Διατηρείται το τελικό -ν - ανεξαιρέτως στην άρνηση δεν.

 ΔΙΠΛΑ ΣΥΜΦΩΝΑ

1.   ΔΥΟ Ρ

            Διπλασιάζουν το αρκτικό τους ρ ρήματα με τονισμένη της συλλαβική τους αύξηση, μόνον εφόσον ο ενεστωτικός τους τύπος έμεινε και στον νεοελληνικό λόγο αρχαιόμορφος. Όπου το ενεστωτικό θέμα προσαρμόστηκε στους φωνητικούς κονόνες της δημοτικής, το αρκτικό ρ δεν διπλασιάζεται. Γράφουμε : ρέω, έρρεα, αλλά ράβω, έραβα.

            Γράφονται με δύο ρ αρχαιόμορφες σύνθετες λέξεις, των οποίων το πρώτο συνθετικό λήγει σε βραχύ φωνήεν ( καθαρό βραχύ ή βραχύ από δίχρονο) ή ν , και το δεύτερο συνθετικό αρχίζει από ρ. Ο κανόνας αυτός δεν ισχύει για σύνθετες λέξεις καθαρώς δημοτικού σχηματισμού. Γράφουμε: άρρωστος, απορρόφηση, συρραφή ,αλλά καλορίζικος, ξαναρωτώ.

                Γράφονται με δύο ρ οι λέξεις: υπερρεαλισμός, Πύρρος, Ερρίκος, αλλά με ένα ρ οι λέξεις: βοριάς, ορός, Φεραίος και Φερές, Ψαρά καθώς και τα ξενόγλωσσα: κάρο, καρούλι, μπάρα, περούκα, ταράτσα κ.ά.

            Δεν διπλασιάζουν το-ρ- οι σύνθετες με α’ συνθετικό τα: ευ ( ευρυθμία), ξε ή ξανά ( ξεριζώνω, ξαναρίχνω), ελληνο-( ελληνορωμαϊκός)

2. ΔΥΟ Μ

                Γράφονται με δύο μ λέξεις, των οποίων τι θέμα ή το πρώτο συνθετικό λήγει σε π, β, φ, ν και η παραγωγική κατάληξη ( ή το δεύτερο συνθετικό) αρχίζει από μ. Γράφουμε: βλέμμα, βαμμένος, εκατομμύριο. Ο κανόνας αυτός δεν ισχύει για τα ψευτοχειλικά αυ και ευ. Γράφουμε: βασιλεμένος ( βασιλεύω), αναπαμένος ( αναπαύω).

            Γράφονται με ένα μ μετοχές του παθητικού παρακειμένου, των οποίων το θέμα λήγει σε ν, εφόσον έχουν αποβάλει στη δημοτική γλώσσα τον αρχαιόμορφο αναδιπλασιασμό τους. Γράφουμε: αποσκληρυμένος.

            Γράφονται με ένα μ οι λέξεις: μαμά, μαμή, ψυμίθιο και το επώνυμο Μαυρομάτης.

3.   Υ Ή Β, Φ

            Γράφονται με β ή φ ( όχι με υ) οι λέξεις: αφτί ( αλλά: εφεύρημα), γαβγίζω, καβγάς, λαβράκι, λάβρος, στάβλος, ρέβω, λάβρα και τα Βαταβία, Γιουγκοσλαβία, Γουστάβος, Καλαβρία, Μολαδαβία, Ναβαρίνο, Σκανδιναβία, Σλάβος.

            Γράφονται με υ οι λέξεις: Βαυαρία, Αυστρία, Αυστραλία και όσες εμπεριέχουν στο θέμα τους το μόριο ευ και αυ. Γράφουμε: ευχαριστώ, διευθύνω, λευτεριά και Λευτέρης, κατευόδιο, απολαύω, αυταρχικός.

4.   Ι Ή Η, Υ, ΕΙ, ΟΙ

            Γράφονται με ι οι λέξεις: αλίμονο, αλλιώς, αλλιώτικος, γιος, γλιστρώ, γλιτώνω, έξι, επιρροή, καθίζω, καριοφίλι, κατάρτιση ( καταρτίζω), μακριά- μακρινός ( αλλά: μακρύς), μετανιώνω, νιώθω, ξενιτιά, πέρσι, στίβος ( αλλά στοίβα, στοιβάζω), σάτιρα ( σάτυρος, σατυρικό δράμα), ταξίδι, στίχος (σειρά από γράμματα ή σειρές στη μετρική- αλλά: κατά στοίχο, από το στοιχίζομαι), φιλονικία.

            Γράφονται με η οι λέξεις: αφήνω, βυσσινής, ( μαβής αλλά πλατύς, φαρδύς), επήρεια, επηρεάζω, εξάρτηση ( από το εξαρτώ-αλλά: εξάρτυση στρατιωτική, από το εξαρτύω= εφοδιάζω), καημός, σβήνω, στήλη- αναστήλωση.

            Γράφονται με υ οι λέξεις: αντίκρυ ( αλλά αντικρινός, αντικρίζω), βράδυ ( αλλά: βραδιά, βραδινός, βράδια), γυαλί ( γιαλός), γλύφω- γλύπτης ( αλλά: γλείφω, από το αρχαίο λείχω), δυόσμος, δάκρυ ( τα δάκρυα), στύλος- στυλίτης- επιστύλιο- στυλοβάτης, στάχυ ( τα στάχυα).

            Γράφονται με ει οι λέξεις: δουλειά, γιατρειά, γεια, έλλειψη, εταιρεία.

            Γράφονται με οι οι λέξεις: δοιάκι, έννοια ( και νοιάζομαι), κοιτάζω ( κοίτη), μονοιάζω, τέτοιος. Γράφουμε ενάμισης μήνας, του ενάμιση μήνα, το ενάμισι μέτρο, μιάμιση οργιά, δυόμισι κιλά, τρισήμισι μέρη.

 ΑΡΧΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΑ ΜΙΚΡΑ (1)

1.   ΕΘΝΙΚΑ, ΠΑΤΡΙΔΩΝΥΜΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΑ

Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο τα εθνικά ή πατριδωνυμικά: Έλληνες, Καλαματιανοί. Γράφονται με αρχικό μικρό τα εθνικά ή πατριδωνυμικά, όταν από ουσιαστικά γίνονται επίθετα: ο έλληνας πρωθυπουργός.

Γράφονται με αρχικό μικρό τα παράγωγα κυρίων ονομάτων και εθνικών: οι πλατωνικοί διάλογοι.

2.   ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ

Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο όλα τα μονόλεξα τοπωνύμια και γεωγραφικά ονόματα: Ελλάς, Ευρώπη.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο όλες οι λέξεις σύνθετων τοπωνυμίων και γεωγραφικών ονομάτων, εκτός από τα ενσωματωμένα σε αυτά άρθρα ή προθέσεις: Άνω Βόλος, Γη του Πυρός.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο τα σύνθετα τοπωνύμια και γεωγραφικά ονόματα, ακόμη και όταν η μια από τις δύο λέξεις είναι απλός γεωγραφικός όρος: Μεσόγειος Θάλασσα.

            Γράφονται με μικρό αρχικό ο γεωγραφικός όρος των σύνθετων τοπωνυμίων ή γεωγραφικών ονομάτων, όταν προτάσσεται με άρθρο και συνάμα η επόμενη ή οι επόμενες λέξεις είναι αυθυπόσταστο τοπωνύμιο η γεωγραφικό όνομα: ο ποταμός Πηνειός, ο ισθμός της Κορίνθου ( ο Ισθμός).

            Γράφεται με αρχικό κεφαλαίο ο γεωγραφικός όρος των σύνθετων τοπωνυμίων, έστω και αν προτάσσεται με άρθρο, όταν η επόμενη ή οι επόμενες λέξεις δεν αποτελούν λέξεις αυθυπόστατο τοπωνύμιο ή γεωγραφικό όνομα: το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας.

            Σε πολλές περιπτώσεις περιττεύει η παράθεση του γεωγραφικού όρου των σύνθετων τοπωνυμίων ή γεωγραφικών ονομάτων, όταν και μόνο του το κύριο όνομα αρκεί για την αναγνώριση: ο Ατλαντικός.

3.   ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο η λέξη Θεός, τα συνώνυμα και τα συγγενικά της: Κύριος, Βασιλεύς, Μεγαλόχαρη κ.ά. Σ’ όλες τις άλλες περιπτώσεις η λέξη θεός γράφεται με μικρό: οι θεοί του Ολύμπου.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο τα επίθετα άγιος και όσιος, όταν βρίσκονται εμπρός σε κύριο όνομα και συνθέτουν με αυτό ονομασία συγκεκριμένου τόπου λατρείας ή κτίσματος με λατρευτικό και θρησκευτικό προσανατολισμό: ο ναός του Αγίου Δημητρίου, ο Πανάγιος -Τάφος. Σ’όλες τις άλλες περιπτώσεις οι λέξεις άγιος-όσιος γράφονται με αρχικό μικρό: ο άγιος θαυματούργησε.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι προσωνυμίες αγίων: Δημήτριος ο Μεγαλομάρτυς.

            Γράφονται με αρχικό μικρό θρησκευτικοί όροι, όπως: θεία ακολουθία, επιτάφιος.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι προσωνυμίες των αρχαίων θεοτήτων: Δωδωναίος Ζευς. Επίσης και οι εορτές: Πάσχα, Σαρακοστή κ. ά.

            Γράφονται με αρχικό μικρό οι ονομασίες θρησκειών , δογμάτων, θρησκευτικών κινήσεων, αιρέσεων, καθώς και οι ονομασίες των οπαδών τους: χριστιανισμός, καθολικός κ.ά.

            Γράφονται με αρχικά κεφαλαία οι καθιερωμένες επωνυμίες εκκλησιών, εκκλησιαστικών θεσμών, ιδρυμάτων, οργανώσεων: η Ανατολική Εκκλησία, η Ορθοδοξία, η Ιερά Σύνοδος κ.ά.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι τίτλοι φορέων εκκλησιαστικής εξουσίας. Όταν αναφέρονται με τη θεσμική τους σημασία, όπως: ο Οικουμενικός Πατριάρχης, τον εξέλεξαν Αρχιεπίσκοπο και Πάσης Ελλάδος.

4. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι ονομασίες επιστημών και των τεχνών, όταν χρησιμοποιούνται ως επίσημοι τίτλοι: το μάθημα της Φιλοσοφίας, η επιστήμη της Χημείας. Όμως: ο κ. Χ σπουδάζει φιλοσοφία.

            Γράφονται με αρχικό μικρό οι ονομασίες επιστημονικών, φιλολογικών, καλλιτεχνικών, κοινωνικών και πολιτικών θεωριών, όπως: μαρξιστής, φασισμός, ομηριστής.

Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι καθιερωμένες επωνυμίες επιστημονικών, καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών κινήσεων, σχολών και ομάδων, όπως: η Αθηναϊκή Σχολή, το Νέο Κύμα.΄Αλλως οι ονομασίες αυτές γράφονται με αρχικό μικρό: η Ελλάδα διαθέτει πολλά σχολεία, αλλά ένα μόνο πολυτεχνείο.

 ΑΡΧΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΚΑ ΜΙΚΡΑ (2)

                        Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι μονόλεξοι ή δίλεξοι τίτλοι της προϊστορίας, πρωτοϊστορίας και ιστορίας, της γεωλογίας και της παλαιοντολογίας: η Χαλκοκρατία, ο Μεσαίωνας, η Μέση Νεολιθική. Όταν τα μονόλεξα ή τα δίλεξα αυτά δεν χρησιμοποιούνται ως τίτλοι αλλά ως απλοί όροι, γράφονται με αρχικό μικρό: παλαιολιθική εποχή.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι λέξεις: Ήλιος, Γη, Σελήνη, μόνον όταν αναφέρονται ως ουράνια σώματα: οι κηλίδες του Ήλιου.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι καθιερωμένες από τη Γεωγραφία ή την Ιστορία επωνυμίες γεωγραφικών, εθνικών και πολιτικών ενοτήτων ή περιοχών με ειδική σημασία: η Ανατολή, Η Εγγύς Ανατολή. Γράφουμε όμως: ταξίδεψα στη νότια Γαλλία.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο όροι- σήματα, που έχουν καθιερωθεί ως κύρια ονόματα από την ιστορία, τη μυθολογία και γενικότερα τη γραμματειακή παράδοση, όπως : η Αργοναυτική Εκστρατεία, ο Χρυσούς Αιών.

            Γράφεται, όμως, με αρχικό μικρό η λέξη που προσδιορίζει επακριβέστερα ένα γεγονός, όταν η άλλη ή οι άλλες λέξεις του όρου αποτελούν αυθυπόστατη έννοια γεωγραφική, ιστορική, χρονολογική κτλ., όπως: η δεύτερη Σταυροφορία, ο πόλεμος της Κορέας. Οι ονομασίες αθλητικών αγώνων, οι οποίοι είχαν ή έχουν την ισχύ θεσμών γράφονται με αρχικό κεφαλαίο, όπως: Ίσθμια, Μεσογειακοί Αγώνες.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι τίτλοι συγγραμμάτων και έργων της γραμματείας, της λογοτεχνίας και της τέχνης: η Καινή Διαθήκη, η Νίκη της Σαμοθράκης. Εφόσον οι τίτλοι συγγραμμάτων και έργων της γραμματείας, της λογοτεχνίας και της τέχνης είναι έναρθροι και περιέχονται στο εσωτερικό μιας φράσης, το άρθρο διατηρείται εντός των εισαγωγικών, εάν ο σχετικός τίτλος είναι υποκείμενο της φράσης, άλλως προηγείται εκτός των εισαγωγικών και γράφεται με αρχικό μικρό. Γράφουμε: το καλύτερο έργο του Μυριβήλη είναι « Η Ζωή εν Τάφω», αλλά στη « Ζωή εν Τάφω» ο Μυριβήλης περιγράφει...

5.   ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ, ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

            Γράφονται με αρχικό μικρό οι ονομασίες πολιτευμάτων ( και τα παράγωγά τους), όπως επίσης και οι λέξεις που δηλώνουν μεγαλύτερες ή μικρότερες διοικητικές περιοχές: βασιλεία, απολυταρχισμός, κράτος.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι επίσημες ονομασίες κρατών: η Γαλλική Δημοκρατία.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι θεσμικοί, πολιτικοί και διοικητικοί όροι, μόνον όταν ειδικός προσδιορισμός ή καθιερωμένο σχήμα τους μετατρέπει σε κύρια ονόματα: η Βουλή Των Ελλήνων ( αλλά: η ελληνική Βουλή).

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο ονομασίες και όροι, οι οποίοι από τη σύστασή τους υπήρξαν κύρια ονόματα, όπως: Άρειος Πάγος, Γενικό Λογιστήριο.

            Γράφονται με αρχικό κεφαλαίο οι επωνυμίες ιδρυμάτων, οργανισμών, οργανώσεων, συλλόγων, εταιρειών καθώς και τα τρία Όπλα: Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Ολυμπιακός, Στρατός.

            Γράφονται με αρχικό μικρό οι λέξεις που σημαίνουν αξιώματα, τίτλους, βαθμούς, όταν λειτουργούν ως επιθετικοί προσδιορισμοί του επόμενου κυρίου ονόματος: ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος, ο δήμαρχος Σητείας.

Γράφονται εντούτοις με αρχικό κεφαλαίο οι τίτλοι ηγεμόνων και αρχηγών κρατών, όπου αναφέρονται με τη θεσμική τους σημασία: τον εξέλεξαν Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

           

 ΒΑΣΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

            Τα κύρια ονόματα είναι: τα βαφτιστικά, ονόματα ορισμένων ζώων, γεωγραφικά ονόματα, ονόματα μηνών, ημερών, γιορτών κ.ά. Τα Εθνικά γράφονται. με κεφαλαίο το αρχικό γράμμα. Με μικρό γράμμα γράφονται οι οπαδοί θρησκευμάτων και όσα παράγονται από κύρια ονόματα και εθνικά.

 ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΑ- ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΛΕΞΕΩΝ

ΣΥΓΚΟΠΗ ΛΕΞΕΩΝ ΚΑΙ ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ

Στον δόκιμο γραπτό λόγο αποφεύγεται η συγκοπή λέξεων. Γράφουμε: Θεσσαλονίκη, δεσποινίς, δηλαδή-όχι: θεσσ/νίκη, δ/νις, δηλ.           

            Από τις καθιερωμένες βραχυγραφίες χρησιμοποιούμε μέσα στο κείμενο μόνο τις: κτλ, π.χ., λ.χ, π.Χ, μ.Χ, π.μ, μ.μ. Στις παραπομπές οι καθιερωμένες βραχυγραφίες γράφονται ως εξής: βλ= βλέπε, πρβ= παράβαλε, σ.=σελίδα, στ.=στίχος, σημ= σημείωση, κεφ= κεφάλαιο, τομ= τόμος, ο.π= όπου παραπάνω, όπου παραπέμψαμε, κ.ε= και εξής, χγ.= χειρόγραφο.

             Στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούμε μέσα στο κείμενο τακτικό αριθμητικό με αραβικό αριθμό, προσθέτουμε ή τη συλλαβή -ος-η-ο ή μία τελεία. Γράφουμε: εικοστός αιώνας- 20ος αιώνας ή 20. αιώνας.

           

 

 ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ (1)

ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

            Όταν έχουμε διπλομορφία ή πολυμορφία μιας λέξης, προτιμούμε τον λιγότερο αλλαγμένο, δόκιμο νεοελληνικό τύπο της. Στον επιστημονικό και δημοσιογραφικό λόγο ( όχι στη λογοτεχνία) λέμε και γράφουμε: ακόμη όχι ακόμα, μέσα όχι μες, εμπρός όχι μπρος, έξαφνα όχι άξαφνα, τουλάχιστον όχι τουλάχιστο, πιθανόν όχι πιθανό, μόνο ή μόνον όχι μονάχα, εβδομάδα όχι βδομάδα, ξυράφι όχι ξουράφι, βαλανιδιά όχι βελανιδιά, βελόνη όχι βελόνα, μάγειρος ή μάγειρας όχι μάγερας, δεσποινίς όχι δεσποινίδα, ανεμώνη όχι ανεμώνα, κορυφή όχι κορφή, βοή όχι βουή, υψηλός και ψηλός όχι αψηλός, καρδιακός και εγκάρδιος όχι γκαρδιακός, γεμάτος όχι γιομάτος, ακέραιος όχι ακέριος, εξομολογώ όχι ξομολογώ, αποστέλλω όχι ξαποστέλνω, απαθανατίζω όχι αποθανατίζω, διασαφώ όχι διασαφηνίζω. Οι κανόνες αυτοί δεν ισχύουν και σε στερεότυπα λεκτικά σχήματα ( παροιμίες, γνωμικά...), τα οποία λέγονται και γράφονται με την καθιερωμένη τους μορφή, όπως: πίσω μπρος όχι πίσω εμπρός. Τέλος, όταν φιλοξενούμε στον γραπτό λόγο παραθέματα από κείμενα της αρχαίας, της καθαρεύουσας και της δημοτικής, διατηρούμε τη μορφή των λέξεων ως έχει.

ΟΡΟΙ- ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΑ

            Στην επιστημονική, τεχνική, διοικητική, στρατιωτική και θρησκευτική ορολογία έχουν καθιερωθεί τυπικά λεκτικά σχήματα ( δύο ουσιαστικά , το δεύτερο εξαρτημένη άναρθρη γενική), όπως: γωνίες βάσεως, αλλά η βάση ,της βάσης. Η παρεμβολή επιθέτου δεν αλλοιώνει τον χαρακτήρα του σχήματος. Λέμε και γράφουμε: Υπουργείο ( Δημοσίας) Τάξεως. Γενικά παραμένει η αρχαιόμορφη άναρθρη γενική, όταν σχηματίζει με το προηγούμενο ουσιαστικό καθιερωμένο και αναντικατάστατο σημασιολογικό ζεύγος, ακόμη και σε περιπτώσεις που δεν πρόκειται για ορολογία ή τίτλο, όπως: το επίπεδο της θεατρικής παράστασης, αλλά έξοδα παραστάσεως. Η άναρθρη αρχαιόμορφη γενική απαντά επίσης σε τυπικές και καθιερωμένες εμπρόθετες ή ελλειπτικές εκφράσεις, όπως: υπέρ πίστεως και πατρίδος.

 

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ

            Η γενική πτώση στον γραπτό λόγο, ιδίως στον επιστημονικό, είναι ισότιμη με την ονομαστική και την αιτιατική, και σε πολλές περιπτώσεις αναντικατάστατη. Όμως η χρήση της γενικής στο νεοελληνικό λόγο περιορίζεται με την τροπή, όπου είναι αυτό δυνατό, της αρχαιόκλιτης άναρθρης γενικής σε επίθετο, όπως: αντί όροι ακριβείας, ακριβείς όροι. Τρέπουμε την ονοματική σε ρηματική έκφραση, προπαντός στις περιπτώσεις όπου έχουμε αλλεπάλληλες εξαρτημένες γενικές, σύνταξη που δεν προσιδιάζει στον νεοελληνικό λόγο, όπως: αντί η ανάγκη εξακρίβωσης των στοιχείων κατηγορίας, η ανάγκη να εξακριβωθούν τα στοιχεία κατηγορίας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι δυνατό να αντικατασταθεί η εξαρτημένη γενική και με απρόθετο, όπως: αντί ποτήρι νερού, ποτήρι για νερό.        

 ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ (2)

            Γράφονται με -ι- : α. όσες λέξεις προέρχονται από ρήματα περισπώμενα, δηλαδή αυτά που τονίζονται στο -ώ- γράφονται με -ι-, π.χ.: απορώ- απορία, λειτουργώ- λειτουργία, β. τα οξύτονα που λήγουν σε -ιά-, π.χ.: βραδιά, ελιά. Εξαιρούνται: γιατρειά, δουλειά, παντρειά, σοδειά. Γ. Οι λέξεις: ανδρεία, δουλεία, λατρεία, πορεία, όταν γίνονται β΄συνθετικά: π.χ.: αν- ανδρία, προγονο- λατρία, δ. τα παροξύτονα θηλυκά: π.χ.: αηδία, διδασκαλία, φιλία, ε. οι παροξύτονες λέξεις σε - ίδα, π.χ.: ασπίδα, εφημερίδα. Εξαιρούνται: χλαμύδα, σημύδα (= το δέντρο βετούλη).

            Γράφονται με - αία:ο όσες λέξεις λήγουν σε - αία: π.χ.: αυλαία, κεραία. Εξαιρούνται: θέα, ιδέα. νέα, παρέα.

            Γράφονται με -ει-: θρησκεία, καπηλεία, αλλά, γράφονται με-ι: ανεξιθρησκία, αρνησιθρησκία. Επιπλέον: αρχαιοκαπηλία, βιβλιοκαπηλία, εθνοκαπηλία,, θεοκαπηλία, πατριδοκαπηλία, πολεμοκαπηλία.

            Γράφονται με -σσ-, όλες οι προπαροξύτονες λέξεις σε -ισσα, π.χ: αρχόντισσα, βασίλισσα, εκτός από τις λέξεις: Λάρισα, σάρισα (= το μακεδονικό δόρυ).

            Γράφονται με -ί-: α. όλα τα οξύτονα σε -ί-: π.χ.: αυτί, νησί, εκτός από τα: βράδυ, δάκρυ, δίχτυ, δόρυ, στάχτυ, β. όλα τα άλλα παροξύτονα σε -, γράφονται με -ι-: π.χ.: αχλάδι, καλοκαίρι, εκτός από το: μαρτύριο, γ. όλα τα άλλα προπαροξύτονα σε -ήριο, γράφονται με-ή-: π.χ.: γυμναστήριο, πιεστήριο, δ. όλα τα άλλα που τονίζονται στην παραλήγουσα και φανερώνουν χώρο, γράφονται με -ειο-: π.χ: αρτοποιείο, ωδείο.

            Γράφονται με -ο- όλα τα αρσενικά σε -όρας, π.χ.: αυτοκράτορας, ρήτορας.

            Γράφονται με -ο- όλα τα θηλυκά παροξύτονα σε -οσύνη, π. χ.: αγραμματοσύνη, καλοσύνη.

            Γράφονται με -ο- όλα τα θηλυκά προπαροξύτονα σε -ότητα, π.χ.: απλότητα, ιδιότητα.

            Γράφονται με -η- όλα τα προπαροξύτονα ουδέτερα σε -ημα-: αδίκημα, μάθημα.

            Γράφονται με -ι- όλα όσα έχουν στη λήγουσα καταχρηστική δίφθογγο, π.χ.: ακρίβια, ζημιά.

             

ΘΗΛΥΚΑ ΣΕ -ΟΣ

            Τα θηλυκά σε -ος μένουν αρχαιόκλιτα. Στην αιτιατική αποβάλλουν το τελικό -ν-. Λέμε και γράφουμε: μέθοδος, μεθόδου, μέθοδο, μεθόδων, μεθόδους, μέθοδοι. Δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση ανάμεσα στα επίθετα και στα ουσιαστικά που προέρχονται από αυτά. Λέμε και γράφουμε: οι κάθετες γραμμές, αλλά η κάθετος συναντά τη βάση του τριγώνου στο σημείο Α.

            Τα θηλυκά ορισμένων σύνθετων δευτερόκλιτων ( τριγενών αλλά δικατάληκτων) επιθέτων σε -ος, τα οποία απαντούν στον επιστημονικό λόγο και στην καθιερωμένη ορολογία, κλίνονται όπως και το αρσενικό τους. Λέμε και γράφουμε: ενεργός αντίδραση, της ενεργού αντίδρασης.

Δύο ζεύγη όμοιων συμφώνων υπάρχουν μόνο στις επόμενες λέξεις:

1.   Αλλάσσω, 2. Αλληλεγγύη, 3. Απορρίμματα, 4. Επαγγέλλομαι, 5. Αλλεπάλληλος, 6. Αλλοπρόσαλλος, 7. Έλλειμμα.

            Όταν περισσεύει ένα -ε-, και δεν πρόκειται για συλλαβική αύξηση, τότε λείπει ένα σύμφωνο, όμοιο με αυτό που ακολουθεί:, π. χ.: ε-κκλησία, έ-λλειμμα, έ- λλειψη, έ- λλιπής, έ- ννοια, ε-ννοώ, έ-ρρινος, παρ-έ-κκλιση, συν- ε- ννόηση.

            Εκτός από τις λέξεις: ιδρυτής, κριτής, μηνυτής, όλα τα άλλα σε -ητής, γράφονται με -η-: π.χ.: αθλητής, καλλιεργητής, περιηγητής, ποιητής, συζητητής, συνομιλητής.

            Εκτός από τις λέξεις: δανειστής, ληστής, όλα τα άλλα σε -ιστής γράφονται με -ι-: π.χ.: ανθρωπιστής, εφοπλιστής, ψιθυριστής, φροντιστής.

 ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ (3)

            Εκτός από τις λέξεις: αλήτης, διαβήτης, ιδιοκτήτης, κομήτης, κυβερνήτης, μαγνήτης, πλανήτης, πλοικτήτης, προφήτης, δύτης, θύτης, λύτης., όλες οι άλλες λέξεις σε -ίτης, γράφονται με -ι-, π.χ.: ανθρακίτης, αεροπαγίτης, γραφίτης, τραπεζίτης, τεχνίτης, τεχνοκρίτης,τραπεζίτης.

            Εκτός από τις παροξύτονες λέξεις: άμβωνας, είρωνας, θερμοσίφωνας, καύσωνας, μεσαίωνας, όλες οι άλλες λέξεις που λήγουν σε:-όνας, γράφονται με -ο, π.χ.: ακτήμονας, άξονας, γείτονας.

            Εκτός από τις παροξύτονες λέξεις: δεσμώτης, επαρχιώτης, θιασώτης, ιδιώτης, νησιώτης, πανηγυριώτης, πατριώτης, στρατιώτης, όλες οι άλλες λέξεις σε -ότης, γράφονται με -ο, π.χ.: αγρότης.

            Εκτός από τη λέξη ερχομός, όλες οι άλλες λέξεις γράφονται σε -ωμός, γράφονται με -ω-, π.χ.: λυτρωμός, τελειωμός.

            Εκτός από τις λέξεις: αλαζόνας, ηγεμόνας, κανόνας, συνδαιτυμόνας, όλες οι άλλες παροξύτονες λέξεις σε -ώνας, γράφονται με -ω:, π.χ.: αγώνας, χειμώνας, αιώνας.

Γράφονται με -ο-: πρότυπος- πρόγονος, αλλά γράφονται με-ω-: πρωτόγονος, πρωτότυπος.

Ομώνυμα: διάλειμμα- διάλυμα, εξάρτυση (εξαρτύω=εξοπλίζω)- εξάρτηση (εξαρτώ=κρεμώ), κλείνω- κλίνω (=γέρνω), κλίμα- κλήμα, κλίση- κλήση, κόλλημα- κώλυμα, λιμός- λοιμός, τείχος- τοίχος, φύλλο- φύλο, ψηλή- ψιλή.

Παρώνυμα: αμυγδαλιά- αμυγδαλή, αχόρταγος- αχόρταστος, γέρνω- γερνώ, γέρος- γερός, ημίτονο- ημιτόνιο, θόλος- θολός, νόμος- νομός, παίρνω- περνώ, πίνω- πεινώ, σκέπη- σκεπή, στερώ- υστερώ, φόρα- φορά, χώρος- χορός.

 ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ (4)

ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ- ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΛΑΘΗ

Ο ΡΥΘΜΟΣ- ΟΙ ΡΥΘΜΟΙ. Ο ρυθμός= διαδοχή κινήσεων κατά ορισμένα διαστήματα. Οι ρυθμοί= τεχνοτροπίες ( για τις καλές τέχνες). Λέμε και γράφουμε: οι αιτήσεις δανείων για στέγη συσσωρεύονται

με ταχύτατο ρυθμό, αντί οι αιτήσεις δανείων για στέγη συσσωρεύονται με ταχύτατους ρυθμούς.

ΤΟ ΑΤΥΧΗΜΑ- ΤΟ ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ. Το ατύχημα χρησιμοποιείται για ελαφρότερες περιπτώσεις και το δυστύχημα για τις σοβαρότητες. Λέμε και γράφουμε: τροχαίο δυστύχημα με τέσσερις νεκρούς έγινε στην Εθνική Οδό..., αντί τροχαίο ατύχημα με τέσσερις νεκρούς έγινε χτες στην Εθνική Οδό....

Ο ΨΗΦΟΣ- Η ΨΗΦΟΣ. Ο ψήφος=ατομικό ψηφοδέλτιο που ρίχνεται στην ψηφοδόχο. Η ψήφος= λαϊκή ετυμηγορία. Λέμε και γράφουμε: Καθοριστική ήταν για την νίκη των σοσιαλιστών η ψήφος του λαού, όχι ο ψήφος του λαού.

ΛΕΦΤΑ ( χρήματα), ΛΕΠΤΑ ( χρόνος).

Ο ΣΤΥΛΟΣ- ΣΤΗΛΗ. Στύλος=στρογγυλός κίων. Στήλη= ορθογώνιο παραλληλόγραμμο μνημείο, όπως:οι στύλοι του Ολυμπίου Διός, όχι οι στήλες του Ολυμπίου Διός.

Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ- Η ΠΕΙΡΑ. Εμπειρία= βίωμα. Πείρα= γνώση που αποχτιέται από πολλές εμπειρίες, όπως: η διδακτική της πείρα, όχι η διδακτική της εμπειρία.

Η ΥΠΑΙΘΡΟΣ- ΤΟ ΥΠΑΙΘΡΟ. Ύπαιθρος= εξοχή, αγροί, χωριά. Ύπαιθρο= ανοικτός χώρος, όπως:Μ΄αρέσει να περνάω κάθε μέρα πολλές ώρες στο ύπαιθρο, αντί Μ’αρέσει να περνάω κάθε μέρα πολλές ώρες στην ύπαιθρο.

Η ΕΥΘΥΝΗ- Η ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ. Ευθύνη=ανάληψη υποχρέωσης. Υπευθυνότητα= συναίσθημα της ευθύνης, όπως: ο τάδε ανέλαβε ευθύνες, αντί ο τάδε ανέλαβε υπευθυνότητες.

Ο ΒΡΟΓΧΟΣ- Ο ΒΡΟΧΟΣ. Βρόγχος= αεραγωγοί σωλήνες του αναπνευστικού συστήματος. Βρόχος= θηλιά, όπως: το σκοινί έγινε βρόχος, αντί το σκοινί έγινε βρόγχος.

ΔΡΑΜΑ- ΤΡΑΓΩΔΙΑ. Δράμα= γεγονός συγκινησιακά φορτισμένο. Τραγωδία= βίαια, συγκλονιστικά γεγονότα ( μεγαλύτερη φόρτιση).

ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΙΤΙΔΑ, ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΙΤΙΣ Ή ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΙΤΗΣ; Υιοθετούμε την εκδοχή του θηλυκού γένους, αλλαγμένο από τριτόκλιτο σε πρωτόκλιτο: η σκωλικοειδίτιδα.

ΦΩΝΗΕΝ Ή ΦΩΝΗΕΝΤΟ; Σωστό το φωνήεν.

ΔΟΥΛΕΙΑ Ή ΔΟΥΛΙΑ; Σωστός τύπος: η δουλειά.

ΚΤΙΡΙΟ Ή ΚΤΗΡΙΟ; Σωστό: το κτήριο.

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ. Κυκλοφοριακό= πρόβλημα που αφορά την τροχαία κίνηση. Κυκλοφορικό= το σύστημα του οργανισμού που ρυθμίζει την κυκλοφορία του αίματος.

ΑΔΕΡΦΟΣ Ή ΑΔΕΛΦΟΣ; Και οι δύο τύποι είναι αποδεκτοί.

ΑΦΤΙ Ή ΑΥΤΙ; ΑΒΓΟ Ή ΑΥΓΟ; Σωστότεροι είναι οι δεύτεροι τύποι.

ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ- ΑΕΡΟΛΙΜΕΝΑΣ- ΑΕΡΟΛΙΜΗΝ. Σωστός είναι ο τύπος αεροδρόμιο.

ΚΑΛΟΣΥΝΗ Ή ΚΑΛΩΣΥΝΗ; Σωστός είναι ο τύπος καλοσύνη.

ΠΡΑΓΜΑ Ή ΠΡΑΜΑ; Και οι δύο τύποι είναι σωστοί. Ο δεύτερος είναι περισσότερο λογοτεχνικός.

ΑΝΘΙΣΗ Ή ΑΝΘΗΣΗ. ΔΥΣΦΗΜΙΣΗ Ή ΔΥΣΦΗΜΗΣΗ; Και οι δεύτεροι τύποι είναι σωστοί, ανάλογα με το ρήμα στο οποίο αντιστοιχούν: π.χ.: άνθιση από το ρήμα ανθίζω, άνθηση από το ρήμα ανθώ.

ΒΡΟΜΑ Ή ΒΡΩΜΑ. ΚΛΟΤΣΙΑ Ή ΚΛΩΤΣΙΑ; Σωστότερα είναι: βρόμα και κλοτσιά.

 ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ (5)

ΠΑΙΧΝΙΔΙ Ή ΠΑΙΓΝΙΔΙ; Σωστότερο είναι παιχνίδι.

ΜΙΓΜΑ ΚΑΙ ΜΙΞΙ Ή ΜΕΙΓΜΑ ΚΑΙ ΜΕΙΞΗ; Σωστότερα: μίγμα, μίξη.

ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ. Οικοδόμηση= χτίσιμο. Ανοικοδόμηση= ξαναχτίσιμο.

Ακριτομυθία ή ακριτομύθια ; Η σωστή εκφορά είναι ακροτομυθία.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΠΟΙΗΣΗ Ή ΑΝΕΞΑΡΤΟΠΟΙΗΣΗ; Το σωστό: ανεξαρτητοποίηση.

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΛΕΣΜΑ. Πρόσκληση= κοινή κλήση ενός ή περισσότερων προσώπων σε συνομιλία ή συνεργασία, σε γεύμα, σε γιορτή, σε κατάταξη στο στρατό κλπ. Κάλεσμα= κλήση πλατύτερης σημασίας, οπωσδήποτε όχι ενός αλλά πολλών προσώπων, που εμπεριέχει το στοιχείο της ετοιμότητας, της κινητικότητας, του συναγερμού, π.χ.: κάλεσμα για απεργία.

ΧΡΕΩΚΟΠΙΑ Ή ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ; ΚΡΕΟΦΑΓΟΣ Ή ΚΡΕΩΦΑΓΟΣ; Σωστότερα: χρεωκοπία, κρεοφάγος.

ΘΥΛΑΚΟΣ Ή ΘΥΛΑΚΑΣ Ή ΘΥΛΑΞ; Σωστότερο: ο θύλακος.

ΕΓΧΕΙΡΙΣΗ Ή ΕΓΧΕΙΡΗΣΗ; Σωστότερο: εγχείριση.

ΑΠΩΛΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΣΙΜΟ. ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΨΑΞΙΜΟ. Διαλέγουμε ανάλογα με τη χρήση τους.

ΙΣΧΥΣ, ΙΣΧΥ, ΙΣΧΗ; Σωστότερο: η ισχύς.

Ο ΥΦΑΛΟΣ- Η ΥΦΑΛΟΣ- ΤΑ ΥΦΑΛΑ. Ο ύφαλος= οι υψηλοί υποθαλάσσιοι βράχοι. Τα ύφαλα= υποθαλάσσιο τμήμα του σκάφους.

ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ- ΠΛΑΙΣΙΟΥ Ή ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ- ΠΛΑΙΣΙΟ;. Σωστό: του νόμου- πλασίου.

ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ή ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ; Το σωστό: της γραμματέας.

ΤΗΣ ΤΑΜΙΑΣ Ή ΤΗΣ ΤΑΜΙΑ; Το σωστό: της ταμίας.

ΛΑΘΟΣ: μέτρημα ΣΩΣΤΑ: μέτρηση

 περιστρέφομαι γύρω από τον άξονα στρέφομαι γύρω από τον άξονα

 αποστρατικοποίηση αποστρατιωτικοποίηση

 συστηματοποιημένος συστηματικοποιημένος

 αγώνας επιβίωσης αγώνας για την επιβίωση

 κάθε άτομο χωριστά άτομο

 καλή επιτυχία επιτυχία

 συγκαιρία συγκυρία

 υποανάπτυκτος υπονάπτυκτος

 οι επικεφαλείς οι επικεφαλής

 Καραβαϊκή Καραϊβική

 Σύριοι Σύροι

 μεγένθυνση μεγέθυνση

            Τελευταία έγιναν της μόδας οι « πρακτικές», οι «υποδομές», οι « συμπεριφορές», οι «εντάσεις», οι « ανθρωπότητες», «διάκοσμοι» κ.ά. Πιθανόν η μόδα αυτή να προέρχεται από το εγγλέζικο « the practices», οι « πρακτικές». Λέμε και γράφουμε: Ο παλιός ελληνικός δραματικός λόγος, που τόσο συγκίνησε την ανθρωπότητα, αντί τις ανθρωπότητες.

            Ουσιαστικά μόνο στον ενικό: α. συγκεκριμένα: π.χ.: ανθρωπότητα, αρχαιότητα, ατμόσφαιρα, δύση, οικουμένη, όσφρηση, πλάση, χριστιανισμός, φύση, β. περιληπτικά: π.χ.: άλγεβρα, αρχαιολογία, γ. αφηρημένα: π.χ.: άνθιση, δικαιοσύνη, δ. το μηδέν, το ποιόν, η νιότη, ε. ονόματα ορυκτών, μετάλλων και στοιχείων, π.χ.: χάλυβας, άργυρος, υδρογόνο.

Χρησιμοποιούμε εσφαλμένα: κολοσσιαίο αντί κολοσσαίο, ακατανόμαστος αντί ακατονόμαστος, μεγένθυση αντί μεγέθυνση, κοινοτυπία αντί κοινοτοπία, σταγανόμετρο αντί σταγονόμετρο.

 ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ (6)

            Είναι σοβαρό λάθος κάποιον ομοιόπτωτο προσδιορισμό να τον θέτουμε σε ονομαστική, όταν ανήκει σε όνομα ή σε αντωνυμία γενικής ή αιτιατικής πτώσης, π.χ.: η εκλογή του σαν καθηγητής, αντί του σωστού: η εκλογή του ως καθηγητή. Σε περιπτώσεις ταυτοπροσωπίας ο προσδιορισμός που εισάγεται με το-ως ή με το σαν τίθεται σε ονομαστική.

Δεν λέμε και γράφουμε: το κύριος και κυρία, όταν προηγείται σημαντικότερος τίτλος. Είναι λάθος ο πρόεδρος κύριος Στεφανόπουλος. Το σωστό είναι: ο πρόεδρος Κωστής Στεφανόπουλος. Επίσης, το κύριος και κυρία δεν αναφέρονται ποτέ σε νεκρό. Λέμε: ο Κωστής Παλαμάς κλπ.

ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

            Kαταλήξεις αρσενικών: ---εμός: μισεμός.--- ητής: συνήθως από ρήματα σε -ω ( επιθεωρητής κτλ.). Εξαιρούνται: ιδρυτής, μηνυτής, κριτής.--- ιστής: συνήθως από ρήματα σε - ίζω ( θεριστής κτλ.). Εξαιρούνται: δανειστής, ληστής. --- ίτης: ουσιαστικά κοινά και εθνικά ( μεσίτης, Λιβαδίτης κτλ. ). Εξαιρούνται: αλήτης, διαβήτης, ιδιοκτήτης, κομήτης, κυβερνήτης, μαγνήτης, πλανήτης, πλοιοκτήτης, προφήτης, δύτης, θύτης, λύτης ( κοινά), Αγιορείτης, Πηλιορείτης, Αιγινήτης ( εθνικά). ---ονας: κοινά προπαροξύτονα ( ακτήμονας κτλ.), αλλά άμβωνας, είρωνας, καύσωνας, μεσαίωνας, (θερμο) σίφωνας. --- ορας: κοινά και κύρια προπαροξύτονα (αυτοκράτορας, Νέστορας κτλ. ).--- ότης: αγρότης κτλ., αλλά σε -ώτης: δεσμώτης, επαρχιώτης, θιασώτης, ιδιώτης, νησιώτης, πανηγυριώτης, πατριώτης, στρατιώτης—κοινά, και Ανδριώτης κ. ά - εθνικά.--- τήρας: ανεμιστήρας κτλ.---ωμός: λυτρωμός κτλ., αλλά ερχομός.---ώνας: παροξύτονα κοινά, περιεκτικά και τοπωνύμια: αγκώνας, αμπελώνας, Μαραθώνας. Εξαιρούνται: αλαζόνας, ηγεμόνας, κανόνας, συνδαιτημόνας, Στρυμόνας, Μακεδόνας, Παφλαγόνας κ.ά.---ωνας: αρχαία ονόματα και εθνικά προπαροξύτονα: Απόλλωνας, Ίωνας, αλλά Αγαμέμνονας, Αριστογείτονας, Ιάσονας, Φιλήμονας, κ.ά. Τα αρσενικά σε -ος σχηματίζουν την κλητική σε -ε.

            Καταλήξεις θηλυκών: ---αία: αυλαία κτλ. και τα προπαροξύτονα Νίκαια, Ποτίδαια, Φώκαια. Εξαιρούνται: θέα, ιδέα, νέα, παρέα, Ζέα, Κέα, Νεμέα, Ρέα, Τεγέα. ---αινα: προπαροξύτονα: δράκαινα κτλ.---ιά: βραδιά κτλ. Εξαιρούνται: γιατρειά, δουλειά, σοδειά, παντρειά ( από ρήματα σε - εύω).---ία: παροξύτονα θηλυκά: αηδία κτλ., αλλά αγγαρεία, αγυρτεία, αλαζονεία, βασιλεία, ερμηνεία, εταιρεία, εφεδρεία, εφορεία, βαρεία, λεία κτλ ( ουσιαστικά παράγωγα από ρήματα σε - εύω, από επίθετα σε -ύς και άλλα)..---ια: λήγουσα με καταχρηστικό δίφθογγο: αρρώστια, γύμνια, ζήλια, κάμπια, ορφάνια, περηφάνια, πούλια,, συμπόνια, φτήνια, αλλά( τα προπαροξύτονα) άδεια, Αντιόχεια, άγνοια κτλ.---ίδα: επικεφαλίδα κτλ. Εξαιρούνται : χλαμύδα, σημύδα.--- ίλα: ανατριχίλα, σαπίλα κτλ ( αφηρημένα ουσιαστικά).---ισσα: αρχόντισσα κτλ. Εξαιρούνται: Λάρισα, σάρισα.---ίτσα: αλυσιδίτσα κτλ. ( υποκοριστικά). Εξαιρείται: θείτσα.---όνα: αλκυόνα κτλ. ( παροξύτονα). Εξαιρούνται: αρραβώνα, αχυρώνα, κρυψώνα, Αυλώνα κτλ.---οσύνη: αγραμματοσύνη κτλ.---ότητα: απλότητα κτλ.---ύτητα: βαρύτητα ( από επίθετα σε - ύς).---ωνία: Βαβυλωνία, Ιαπωνία, Ιωνία, Κολωνία, Λακωνία, Λαπωνία, Πολωνία. Ακόμη: σε -ωνιά: γωνιά κτλ., αλλά Μακεδονία, Παφλαγονία κτλ.--- ωτή: καλαμωτή, πινακωτή, φτερωτή.

            Καταλήξεις ουδετέρων: --- είο: γραφείο κτλ ( παροξύτονα που φανερώνουν τόπο). Εξαιρούνται : τοπίο πεδίο, θρανίο, βιβλίο, θηρίο κ.ά και πλοίο.---ημα: μηχάνημα κτλ--- ητό: αγκομαχητό κτλ.---ί: αυτί, κλειδί, μαλλί, νησί, σπαθί. Εξαιρείται: οξύ.---ι: αλάτι κτλ. Εξαιρούνται: βράδυ, δάκρυ, δίχτυ, στάχυ και το δόρυ.---ίδι: βαρίδι κτλ. Εξαιρούνται: αντικλείδι, στρείδι, καρύδι, κρεμμύδι, μύδι, φρύδι, Παλαμήδι. ---ιο: γέλιο, συχώριο, τετράδιο. Εξαιρούνται: απόγειο, ισόγειο, υπόγειο, λύκειο.---όνι: αηδόνι κτλ. Εξαιρούνται: αλώνι, κυδώνι, κωθώνι, παραγώνι.--- ριο: καμπαναριό κτλ. Εξαιρείται: μαγειρειό. --- τήρι: κλαδευτήρι κτλ. Εξαιρούνται: κεφαλοτύρι κ.ά.---τήριο: γυμναστήριο κτλ. Εξαιρείται μαρτύριο..

 - ΕΠΙΘΕΤΑ (1)

 ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ- ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΛΑΘΗ

            ΠΟΛΥ- ΠΟΛΥΣ- ΠΟΛΛΗ

            Όταν το πολύ προσδιορίζει επίθετο και όχι ουσιαστικό, είναι άκλιτο επίρρημα και γράφεται πάντοτε με ένα -λ. και ύψιλον. Γράφουμε: πολύ καλός καιρός, πολύ περισσότεροι άνθρωποι. Όταν το πολύς, πολλή, πολύ προσδιορίζει ουσιαστικό, είναι πάντοτε επίθετο και παρακολουθεί το γένος, την πτώση και τον αριθμό του ουσιαστικού. Γράφουμε: με πολλή αγάπη. Τα ρήματα, οι μετοχές, τα επίθετα και τα επιρρήματα προσδιορίζονται από επιρρήματα. Τα επιρρήματα πολύ, λίγο, συμπίπτουν κάποτε με το ουδέτερο του ενικού του επιθέτου: πολύ θα το ήθελα...,λίγο με ενδιαφέρον.

             ΕΥΑΡΙΘΜΟΣ

             Το επίθετο ευάριθμος ( συνήθως χρησιμοποιείται στον πληθυντικό αριθμό) σημαίνει: αυτός που εύκολα μπορεί να μετρηθεί, δηλαδή ο ολιγάριθμος ( και όχι πολυάριθμος). Λέμε και γράφουμε:ευάριθμος στρατός, δηλ. ολιγάριθμος στρατός, ευάριθμοι θεατές δηλαδή : ολιγάριθμοι θεατές.

             ΥΨΗΛΟΣ - ΨΗΛΟΣ

                 Το επίθετο υψηλός      ( και τα παραθετικά του) χρησιμοποιείται στον νεοελληνικό λόγο με σημασία μεταφορική: υψηλοί στόχοι ( ποτέ ψηλοί στόχοι). Ο τύπος ψηλός ( και τα παραθετικά του ) χρησιμοποιείται πάντοτε κυριολεκτικά: ψηλά βουνά ( όχι υψηλά βουνά).

             

 ΤΡΕΛΟΣ

             

Το επίθετο τρελός, ανεξαρτήτως βαθμού τρέλας, γράφεται με ένα λάμδα. Γράφουμε: τρελή ροδιά.

 

ΣΑΤΥΡΙΚΟΣ- ΣΑΤΙΡΙΚΟΣ

 

 Τα επίθετα σατυρικός ( από το σάτυρος) και σατιρικός ( από τη λατινική σάτιρα) δεν πρέπει να συγχέονται ορθογραφικώς και σημασιολογικώς. Γράφουμε: το σατυρικό δράμα, όχι το σατιρικό δράμα.

            ΕΝΗΛΙΚΟΣ Ή ΕΝΗΛΙΚΑΣ; Ο σωστός νεοελληνικός τύπος είναι : ο ενήλικος.

            ΕΠΟΧΙΚΟΣ Ή ΕΠΟΧΙΑΚΟΣ; Δεχόμαστε τη διπλοτυπία.

            ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ Ή ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ; Σωστότερος τύπος: καινούργιος.

            ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ. Ορθολογικός= σύμφωνος με τη θεωρία του ορθολογισμού. Ορθολογιστικός= αυτός που προκύπτει από τον ορθολογισμό.

            ΕΛΛΙΠΗΣ Ή ΕΛΛΕΙΠΗΣ; Σωστό: ελλιπής.

            ΣΤΕΝΟΧΩΡΗΜΕΝΟΣ Ή ΣΤΕΝΑΧΩΡΗΜΕΝΟΣ; Δεκτοί και οι δύο τύποι.

            ΔΡΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΜΑΤΙΚΟΣ. Δραστικός= ενεργητικός, αποτελεσματικός. Δραματικός= αυτός που έχει σχέση με το δράμα.

            ΧΛΟΜΟΣ Ή ΧΛΩΜΟΣ; Σωστός τύπος: χλομός.

            ΠΛΗΡΗΣ Ή ΠΛΕΡΙΟΣ; Σωστός τύπος: πλήρης.

 ΑΝΗΜΕΡΩΤΟΣ Ή ΑΝΕΝΗΜΕΡΩΤΟΣ; Το σωστό: ανενημέρωτος

 ΜΕΛΑΨΟΣ Ή ΜΕΛΑΜΨΟΣ; Το σωστό: μελαψός.

 ΕΠΙΘΕΤΑ (2)

Προσοχή: δεικτικός ( δείχνω- δεικτικές αντωνυμίες), δηκτικός ( πειρακτικός- το ύφος του είναι δηκτικό), κυκλοφορειακό ( κυκλοφορειακό πρόβλημα), κυκλοφορικό (το κυκλοφορικό σύστημα), περιφερειακός ( δρόμος), περιφερικός ( ο καμπύλος), σατυρικός, τεχνητός ( όταν δηλώνεται κάτι το αντίθετο με τα : φυσικός, βασικός), π.χ, τεχνητή βροχή, τεχνικός ( = εκείνος που σχετίζεται με κάποια τέχνη, που εφαρμόζει τις γνώσεις), π.χ τεχνικές σχολές, υψηλός ( προκειμένου για αφηρημένες έννοιες: υψηλοί στόχοι), ψηλός ( προκειμένου για υλικά αντικείμενα: η πόλη έχει ψηλά κτήρια), ψιλός ( προκειμένου για λεπτό: να τυπωθεί σε λεπτό χαρτί). Το επίθετο συνεχόμενος χαρακτηρίζει μόνο υλικές μονάδες και έννοιες. Αντίθετα, το επίθετο συνεχής χαρακτηρίζει όλες τις άλλες περιπτώσεις, π.χ.: δύο συνεχόμενα οικόπεδα, διατύπωναν συνεχείς διαμαρτυρίες. Δεν χρησιμοποιούμε το αξιωματούχος για όλες τις περιπτώσεις, π.χ . οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι.

ΑΡΧΑΙΟΚΛΙΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΣΕ -ΥΣ

             Ορισμένα επίθετα σε -υς παραμένουν αρχαιόκλιτα και στη γενική πτώση, όπου το επιβάλλει η καθιερωμένη ορολογία. Στην αιτιατική του αρσενικού το τελικό- ν- παραλείπεται. Λέμε και γράφουμε: το βαρύ ύδωρ, του βαρέος ύδατος. Στις άλλες περιπτώσεις αποφεύγεται η γενική του αρσενικού και του ουδέτερου. Όπου η γενική είναι υποχρεωτική, αντικαθίσταται από συνώνυμο ή ομόρριζο. Λέμε και γράφουμε: ο βαρύς άνθρωπος, τον βαρύ άνθρωπο. Στη λόγια γλώσσα και στον δημοσιογραφικό και επιστημονικό λόγο αποφεύγονται τύποι της δημώδους γενικής σε -ιου ή σε -υ, όπως επίσης και της ονομαστικής και της γενικής του πληθυντικού σε -ιοι και -ιων. Δεν λέμε, επομένως, και δεν γράφουμε: του πλατιού ποταμού, του βαρύ φορτίου, του παχιού ανθρώπου, οι φαρδιοί δρόμοι, των φαρδιών ρούχων.

             ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ ΕΠΙΘΕΤΩΝ

             Τα παραθετικά σε -ότερος και-οτατος γράφονται με ο, αδιάφορο αν η προηγούμενη συλλαβή είναι μακρόχρονη ή βραχύχρονη. Εξαιρούνται τα παραθετικά τα οποία προέρχονται από επιρρήματα λήγοντα σε -ω. Γράφουμε: σοβαρότερος, νεότερος, αλλά ανώτερος, κατώτατος. Στον προφορικό λόγο λέμε «πιο καλύτερος», σπανίως όμως στο γραπτό λόγο. Τα επίθετα υπερθετικής σημασίας δεν είναι δυνατό να παίρνουν μπροστά το επίθετο πολύς και να γίνονται...υπερθετικότερα. Θα πούμε εξαίρετη υγεία, όχι πολύ εξαίρετη υγεία.

            Δε λέμε πιο καλύτερος, αλλά πιο καλός. Όχι πολύ εξαιρετικός κύριος, αλλά εξαιρετικός κύριος. Τα επίθετα υπερθετικής σημασίας δεν παίρνουν το επίθετο - πολύ- ως υπερθετικό.

           

 ΕΠΙΙΘΕΤΑ (3)

 ΠΑΛΑΙΑ ΤΡΙΤΟΚΛΙΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΣΕ -ΗΣ ‘ -ΟΥΣ’

 Πολλά από τα δικατάληκτα αρχαιόκλιτα επίθετα σε -ης μετασχηματίστηκαν στη νεοελληνική γλώσσα σε δευτερόκλιτα τρικατάληκτα σε - ος- η- ο. Στις περιπτώσεις που έχει πραγματοποιηθεί αυτός ο μετασχηματισμός, χρησιμοποιούμε κατά κανόνα τον δευτερόκλιτο τύπο. Λέμε και γράφουμε:συνηθισμένος αντί συνήθης κ.ά. Στον επιστημονικό λόγο η αρχαιόκλιτη μορφή του επιθέτου είναι κάποτε αναπόφευκτη, κυρίως στις περιπτώσεις όπου μεταξύ αρχαιόκλιτου και νεοελληνικού τύπου υπάρχει σημασιολογική διαφορά. Λέμε και γράφουμε: ελλιπής πρόταση όχι λειψή πρόταση. Σ΄ άλλες περιπτώσεις το αρχαιόκλιτο επίθετο καλύπτεται σημασιολογικώς από το νεοελληνικό συνώνυμό του, οπότε προτιμούμε το νεοελληνικό συνώνυμο, εφόσον δεν συντρέχει ειδικός λόγος. Λέμε και γράφουμε:περίφοβος αντί περιδεής, αρρενωπός αντί ανδροπρεπής κ.ά. Στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις η πρόκριση του νεοελληνικού τύπου επιβάλλεται προπάντων στη γενική και στην αιτιατική πτώση του ενικού αριθμού, αντιθέτως τα αρχαιόκλιτα επίθετα στην ονομαστική του ενικού και στον πληθυντικό αριθμό δεν διαταράσσουν το νεοελληνικό κλιτικό σύστημα και, όπου το ύφος ή το είδος του λόγου επιβάλλει, νομιμοποιείται η χρήση τους. Σε ορισμένες τυπικές εκφράσεις η αρχαιόμορφη ονομαστική είναι αναντικατάστατη. Λέμε και γράφουμε: ευτυχής σύμπτωση, ατυχής έμπνευση, μανιώδης καπνιστής. Στην περίπτωση που χρησιμοποιείται η αρχαιόκλιτη μορφή των επιθέτων, η αρχαία κλίση επιβάλλεται και στη γενική και στην αιτιατική πτώση. Λέμε και γράφουμε: ασταθής ισορροπία, της ασταθούς ισορροπίας. Όταν η αρχαιόκλιτη γενική του επιθέτου συνοδεύει αρχαίο τριτόκλιτο σε -ις-εως, συμπαρασύρει στην αρχαία κλίση και το ουσιαστικό. Λέμε και γράφουμε: η ελλιπής πρόταση, την ελλιπή πρόταση, της ελλιπούς προτάσεως.

 ΛΟΓΙΑ ΕΠΙΘΕΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ

            Κρατούν στην ονομαστική την ορθρογραφία τους, λόγιες εκφράσεις με επίθετο ( ή επιθετική μετοχή) και ουσιαστικό που αποτελούν στερεότυπα σχήματα. Οι πλάγιες πτώσεις αυτών των σχημάτων προσαρμόζονται στο νεοελληνικό κλιτικό σύστημα. Γράφουμε και λέμε: χρυσούς αιών ( όχι χρυσός αιώνας), αλλά του χρυσού αιώνα, τον χρυσό αιώνα, το κροτούν αέριο (όχι: αέριον) , του κροτούντος αερίου, το κροτούν αέριο.

 ΑΡΧΑΙΟΣ- ΠΑΛΑΙΟΣ- ΠΑΛΙΟΣ

            Το λόγιο επίθετο αρχαίος ( και τα παραθετικά του) χρησιμοποιείται στον νεοελληνικό λόγο για να δηλώσει κυρίως πρόσωπα, πράγματα και κείμενα που σχετίζονται με την ελληνική αρχαιότητα. Λέμε και γράφουμε: αρχαία πόλη, αρχαία τέχνη, αρχαία Ελλάδα.

            Τα επίθετα σε -ύς-ιά-ύ- και επιρρήματα αυτής της ομάδας γράφονται με - ι και όχι με -ει ( η βαθιά σπηλιά). Τα προπαροξύτονα και οξύτονα επίθετα σε - αιος, -εος σχηματίζουν το θηλυκό σε - αιη και - εη ( ακέραιη μονάδα, στέρεη δομή). Τα παροξύτονα αρχαϊστικά επίθετα σε -ης, -ες είναι δικατάληκτα και το ουδέτερό τους λήγει σε -ες, με τον τόνο στην προπαραλήγουσα, π.χ. το ασύνηθες θέαμα. Εξαιρούνται όσα λήγουν σε -ώδης, -ήρης, π.χ.: το στοιχειώδες καθήκον.

 Η γενική πληθυντικού: δεν λέμε: σμήνη πεινασμένων πεταλούδων, οι χορωδίες των σπουδαιότερων όπερων, χιλιάδες δημοσιευμάτων, αλλά σμήνη από πεινασμένες πεταλούδες, τα χορωδιακά μέρη από τις σπουδαιότερες όπερες, χιλιάδες δημοσιεύματα.

 ΕΠΙΘΕΤΑ (4)

            Επίθετα που λήγουν σε- ιος: π.χ.: άγιος, άξιος, δημόσιος. Επίθετα που λήγουν σε -ιμος: π.χ: αβάσιμος, μόνιμος. Εξαιρούνται όσα έχουν β΄συνθετικό τη λέξη: α. - σήμα, π.χ. ανεπί- σημος, β. - σχημα, π.χ, ά- σχημος, γ. -φημη, π.χ, περί- φημος, δ. - δημος, π.χ., από- δημος. Επιπλέον εξαιρείται και η λέξη: έρημος. Επίθετα που λήγουν σε -ικός, π.χ: αθλητικός, αστικός. Εξαιρούνται: δανεικός, θηλυκός, δεκελεικός, λιβυκός, κεραμεικός. Επίθετα που λήγουν σε -ινος ( προπαροξύτονα ) , π.χ.: ανθρώπινος, πύρινος. Επίθετα που λήγουν σε - εινος ( οξύτονα):, π.χ.: ταπεινός, φωτεινός. Όλα τα άλλα επίθετα γράφονται με -ι-, π.χ.: θαλασσινός, φετινός. Όλα τα επίθετα σε- ώδης γράφονται με- ω: π.χ: αλματώδης, βλακώδης. Εκτός από το νέος, όλα τα άλλα παροξύτονα σε -αιος, γράφονται με- αι: π.χ. ακαριαίος. Εκτός από τα: γελοίος, κρύος, όλα τα άλλα παροξύτονα σε -είος, γράφονται με -ει-: π.χ. ανδρείος. Εκτός από τα επίθετα: αλμυρός, αργυρός, βδελυρός, βλοσυρός, γλαφυρός, ισχυρός, οχυρός, πορφυρός, όλα τα άλλα οξύτονα επίθετα σε -ηρός γράφονται με -η-: δαπανηρός, ζωηρός.

Μερικά επίθετα σε -ής και ώδης που προέρχονται από την καθαρεύουσα, σχηματίζουν τη γενική του ενικού σε -ους και -ώδους, π.χ.: ο διεθνής- του διεθνούς, ο αφρώδης- του αφρώδους.

Τα επίθετα σε -υς και υ σπάνια σχηματίζουν τη γενική.

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

            Όπου τονίζεται η ονομαστική του αρσενικού, εκεί τονίζονται κι όλες οι άλλες πτώσεις, σ’όλα τα γένη.           

Το πολύς γράφεται με ένα λ, όπου ακολουθεί υ.

Τα επίθετα έχουν καταλήξεις: ---αιος( εξαιρείται) το νέος, ---λέος ( εξαιρείται το κεφαλαίος), ---τέος, ---ειος ( εξαιρούνται: γελοίος, κρύος, όμοιος), -ηρός ( εξαιρούνται: αλμυρός, γλαφυρός, ισχυρός)---ικός ( εξαιρούνται: θηλυκός, δανεικός, λιβυκός, δαρεικός, Κεραμεικός), ---ιμος ( εξαιρούνται: διάσημος, άσχημος, έτοιμος, έρημος, πρόθυμος, περίφημος, εύθυμος, ομώνυμος, συνώνυμος, επίσημος, απόδημος, έρημος, έτοιμος), ---ινός ( εξαιρούνται: ελεεινός, σκοτεινός, ταπεινός, υγιεινός, φωτεινός, κλενός, ορεινός), ---ίνος ---ιος ( εξαιρούνται: α. όσα παράγονται από κύρια ονόματα προσώπων π.χ.:αβερώφειος, β. τα άδειος, αντρίκειος, βόρειος, γυναικείος, επίγειος, τέλειος, όμοιος, πρόβειος, αλληλέγγυος), ---ίσιος ( εξαιρούνται:ετήσιος, Μιλήσιος, γνήσιος, ημερήσιος, Ιθακήσιος κτλ.), ---ωπός, ---ωτός--- ίσιμος: νηστίσιμος, αλλά αρτύσιμος ( από ρήματα β’ συζυγίας), κατοικήσιμος κτλ.

Γράφονται με ο οι καταλήξεις: - ότερος, -ότατος, -ότερα, -ότατα.

            Γράφονται με -ω: α) όσα παραθετικά προέρχονται από τοπικά επιρρήματα σε -ω ( ανώτερος), β) όσα παραθετικά σχηματίζονται από επίθετα σε -εος ( νέος και το νέος γράφεται με ο).

            Γράφονται με -υ οι καταλήξεις: - ύτερος ,- ύτατος, - ύτατα. Εξαιρείται το νωρίτερα, που γράφεται με ι.            

 ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ

 ΕΝΑΣ - ΜΙΑ - ΕΝΑ

            Τα ένας, μία ( ποτέ μια), ένα χρησιμοποιούνται ως αριθμητικά. Λέμε και γράφουμε: ένας τρόπος υπάρχει, για να βγούμε από αυτό το αδιέξοδο. Τα ένας, μια ( ποτέ μία), ένα χρησιμοποιούνται και ως αόριστες αντωνυμίες παράλληλα προς τις αντωνυμίες κάποιος, κάποια, κάποιο ή το αόριστο άναρθρο ουσιαστικό. Λέμε και γράφουμε: είδα μια ( κάποια) γυναίκα του λαού. Θεμιτή είναι η χρήση της αόριστης αντωνυμίας ένας, μια, ένα, όταν επιτείνει ή διασαφεί κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο ή πράγμα, που έχει στον νου του αυτός που γράφει. Λέμε και γράφουμε: ένας τόσος μεγάλος πολιτικός δεν θα ξαναβρεθεί εύκολα. Αποφεύγουμε την αόριστη αντωνυμία ένας, μια, ένα, όπου είναι περιττή και μπήκε στη γλώσσα μας με την άκριτη μετάφραση ξενόγλωσσων αντωνυμικών τύπων. Λέμε και γράφουμε:εμφύλιος πόλεμος σημαίνει σύγκρουση ομοεθνών μεταξύ τους, όχι ένας εμφύλιος πόλεμος σημαίνει σύγκρουση ομοεθνών μεταξύ τους.

 ΚΑΘΕ, ΚΑΘΕΝΑΣ, ΚΑΘΕΜΙΑ, ΚΑΘΕΝΑ, ΚΑΘΕΤΙ

            Η αόριστη αντωνυμία κάθε είναι άκλιτη και χρησιμοποιείται μαζί με ουσιαστικό, δηλαδή ως επίθετο, με άρθρο ή χωρίς άρθρο. Τα καθένας και καθετί χρησιμοποιούνται μόνον ως ουσιαστικά, επίσης με άρθρο ή χωρίς άρθρο. Λέμε και γράφουμε: ο κάθε άνθρωπος, όχι ο καθένας άνθρωπος.

 ΤΟ ΠΟΥ ΩΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΗ ΑΝΤΩΝΥΜΙΑ

            Το άκλιτο μόριο που ως αναφορική αντωνυμία αντικαθιστά την αντωνυμία ο οποίος σε κάθε γένος, αριθμό και πτώση της, π.χ.: το βιβλίο που διαβάζω πήρε το βραβείο της Ακαδημίας. Όταν το ‘που’ αντικαθιστά αναφορική αντωνυμία πλάγιας πτώσης πρέπει να συνοδεύεται κανονικά από την κατάλληλη προσωπική αντωνυμία, για να γίνει εύκολα κατανοητή η πτώση της και το νόημα της φράσης. Αυτό συμβαίνει πάντοτε στις προσθετικές αναφορικές προτάσεις, συχνά και στις προσδιοριστικές, π.χ. δε λέμε: θα ακούσουμε ένα φωνητικό σύνολο, που αποτελούν είκοσι τραγουδιστές, αλλά: θα ακούσουμε ένα φωνητικό σύνολο, που το αποτελούν είκοσι τραγουδιστές. Όταν το ‘που’ είναι έμμεσο αντικείμενο του ρήματος (= στον οποίο κλπ.), θα χρησιμοποιηθεί, απαραίτητα κι εδώ, η επαναληπτική αντωνυμία πλάι στο ρήμα: η καλή γειτόνισσα που της αφήσαμε τα κλειδιά του σπιτιού ( = στην οποία αφήσαμε). Όταν η αναφορική πρόταση εισάγεται με την αντωνυμία «ο οποίος», η προσθήκη της επαναληπτικής είναι λανθασμένη, π.χ.: η ζωή είναι ένα ταξίδι, το οποίο επαναλαμβάνουμε, αντί του ορθού: ..που το επαναλαμβάνουμε ή το οποίο επαναλαμβάνουμε. Μερικές φορές αποφεύγουμε να αντικαταστήσουμε το ‘που’ με εμπρόθετο αναφορικό προσδιορισμό. Μερικές φορές το ‘που’ χρησιμοποιείται κακώς αντί του ‘και’, π.χ. : είχαν σχέδια που θα τα έκαναν....., αντί του σωστού: είχαν σχέδια και θα τα έκαναν...Όταν γίνεται αναφορά σε τόπο ( με την πλατιά έννοια), θα αποκλείσουμε το ‘που’. Θα αποφύγουμε ακόμη και την αντωνυμία ‘ο οποίος’ με την πρόθεση ‘σε’ χρησιμοποιώντας το αναφορικό όπου, π.χ.: στο γυμνάσιο που φοιτούσα: όπου φοιτούσα.

ΕΑΥΤΟΝ - ΕΑΥΤΗ- ΕΑΥΤΟ

            Η αυτοπαθής αντωνυμία τρίτου προσώπου εαυτού- ης- ου δεν έχει ονομαστική. Χρησιμοποιείται επομένως μόνον στις πλάγιες πτώσεις ( γενική, αιτιατική) και συντάσσεται κατά κανόνα με την οριστική αυτός, αυτή, αυτό. Λέμε και γράφουμε: αυτός καθεαυτόν, αυτή καθεαυτή. Η γενική της αυτοπαθούς αντωνυμίας χρησιμοποιείται συνήθως στις εμπρόθετες εκφράσεις αφ’εαυτού, αφ’εαυτής, αφ’εαυτών, που σημαίνουν: από μόνος του, από μόνη της, από μόνοι τους. Λέμε και γράφουμε: στη συγκεκεριμένη περίπτωση ο Υπουργός Παιδείας ενήργησε αφ’εαυτού. Δεν λέμε και γράφουμε: ο άνθρωπος καθεαυτός.

 ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ- ΑΡΘΡΑ- (2)

ΤΟΣΟ - ΤΟΣΟΣ- ΤΟΣΗ

            Το επίρρημα τόσο είναι διαφορετικό από την αντωνυμία τόσος, τόση, τόσο. Το επίρρημα τόσο χρησιμοποιείται πάντοτε πριν από ένα ποσοτικό επίθετο, για να το ενισχύσει. Η αντωνυμία τόσος, τόση, τόσο, συνάπτεται απευθείας με ένα ουσιαστικό, για να δηλώσει το μέγεθός του. Γράφουμε: τόσο πολύς κόσμος όχι: τόσος πολύς κόσμος.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Το άρθρο δεν πρέπει να παραλείπεται, προπάντων, όταν το ‘και’ συνδέει ονόματα διαφορετικού γένους και αριθμού, π.χ. η χρήση των ατομικών όπλων θα καταστρέψει όλο το ανθρώπινο γένος και τον πολιτισμό και όχι η χρήση των ατομικών όπλων θα καταστρέψει όλο το ανθρώπινο γένος και πολιτισμό.

ΤΟ ΑΟΡΙΣΤΟ ΑΡΘΡΟ

            Αποφεύγουμε την υπέρμετρη χρήση του άρθρου: θα έχουμε μια πτώση..., τις έγραψε σε μια νεανική ηλικία...Σε μερικές περιπτώσεις το βρίσκουμε αντί του οριστικού άρθρου ( : κακώς): εύχομαι η διάκριση να σας δώσει μια (= τη δύναμη) να συνεχίσετε...

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

                        Η αναφορική αντωνυμία ό, τι γράφεται με υποδιαστολή, ενώ η αντωνυμία οτιδήποτε γράφεται χωρίς υποδιαστολή. Το ότι, σύνδεσμος ειδικός, γράφεται χωρίς υποδιαστολή.

            Δεν πρέπει να συγχέουμε το ερωτηματικό ποιο με το επίρρημα πιο. Το πρώτο συνοδεύει ουσιαστικά. Το δεύτερο συνοδεύει επίθετα και επιρρήματα.

 ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ

            Το αριθμητικό μισός, μισή, μισό στα σύνθετα είναι ήμισι, μισι, άκλιτο. Εξαιρούνται το αρσενικό ενάμισης και το θηλυκό μιάμιση. Λέμε και γράφουμε: ενάμισι χιλιόμετρο, τριάμισι μέτρα, ενάμισης χρόνος, μιάμιση ώρα.

            Γράφονται με ένα -ν-: ένατος, ενενήντα. Όλα τα άλλα με -νν-: εννέα, εννιά, εννιακόσια.

            Λέμε και γράφουμε: ενός εκάστου, του ημίσεος.

            Τα απόλυτα αριθμητικά. Από το 13 ως το 19 γράφονται σε μία λέξη: π.χ.: δεκατρία, δεκαεννέα. Από το 21 και πέρα γράφονται σε χωριστές λέξεις: είκοσι ένας, εκατό πέντε. Μόνο στον πληθυντικό γράφονται από το 200 και πάνω, και στα τρία γένη: π.χ.: διακόσιοι, χίλια.

 

 

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

            Τα απόλυτα αριθμητικά από το 13 ως το 19 γράφονται με μία λέξη. Από το 21 και πέρα γράφονται σε χωριστές λέξεις. Τα τακτικά αριθμητικά από το 13 και πέρα γράφονται σε χωριστές λέξεις. Γράφονται με δύο - νν- το εννέα και όσα γίνονται από αυτό και έχουν μέσα ολόκληρη τη λέξη εννέα. Ενώ γράφονται με ένα ν τα: ενενήντα, ένατος, ενενηκοστός. Τα σύνθετα που έχουν δεύτερο συνθετικό τη λέξη μισός γράφονται στη λήγουσα με -ι. Δεν ακολουθούν τον κανόνα και γράφονται με -η όσα έχουν α’ συνθετικό το αρσενικό ένας και το θηλυκό μία.

 

 ΡΗΜΑΤΑ (1)

ΒΑΛΛΩ ΚΑΙ ΑΓΩ

            Το ρήμα βάλλω ( και τα σύνθετά του) γράφονται με δύο -λ- μόνον στον ενεστώτα και στον παρατατικό. Στους άλλους χρόνους γράφεται με ένα - λ-. Γράφουμε: βάλλω, έβαλλα, θα βάλω, έβαλα, να βάλω, έχω βάλει.

            Το βάλλω χρησιμοποιείται σύνθετο με όλες τις προθέσεις της αρχαίας γλώσσας. Το ρήμα βάλλω και τα σύνθετά του γράφονται στους εξακολουθητικούς χρόνους με δύο-λ- και με ένα -λ- στους στιγμιαίους.

            Το ρήμα άγω ( στη δημοτική το ρήμα άγω απαντά μόνον σύνθετο με προθέσεις) σχηματίζει κανονικά τον ενεστώτα και τον παρατατικό, ενώ στον μέλλοντα και στον αόριστο παίρνει εσωτερικό αναδιπλασιασμό. Λέμε και γράφουμε: συνάγω, προσήγε, θα εξαγάγω, εισήγηγα, έχω προσαγάγει. Τα σύνθετα ρήματα σχηματίζουν τους εξακολουθητικούς χρόνους από το θέμα αγ- και τους στιγμιαίους από το θέμα αγαγ-. Λέμε και γράφουμε: η χώρα μας εξάγει μήλα..., εξήγε στο παρελθόν..., κάθε χρόνο θα εξάγει..., σύντομα θα εξαγάγει..., το 1990 εξήγαγε..., φέτος έχει ήδη εξαγάγει, προ διετίας έχει εξαγάγει... Επίσης, γράφονται με δύο-λλ- στους εξακολουθητικούς χρόνους τα ρήματα: αγγέλλω, ανατέλλω και στέλλω.

Ο παρατατικός και ο αόριστος του ρήματος λείπω γράφονται με ένα -λ-. Τα παράγωγα επίσης του ρήματος ελλείπω γράφονται με ένα -λ-( με δύο -λλ-το έλλειψη κ.ά.). Τα σύνθετα του ρήματος νοώ- νοούμαι και τα παράγωγά τους δεν διπλασιάζουν το -ν- ( με εξαίρεση το εν- νοώ, εν -νοούμαι)., π.χ. επινοώ- επινόηση προνοώ- πρόνοια.

ΑΥΞΗΣΗ ΡΗΜΑΤΩΝ

            Η συλλαβική αύξηση, που παίρνουν στον παρατατικό και τον αόριστο όσα ρήματα αρχίζουν από σύμφωνο, μένει μόνον όταν τονίζεται. Γράφουμε: έδενα, έδενες- έδενε, αλλά δέναμε, δένατε. Τα λόγια σύνθετα ρήματα κατά κανόνα κρατούν την τονισμένη εσωτερική τους αύξηση. Λέμε και γράφουμε: ανέλυσε, αντέτεινε. Σύνθετα ρήματα, κοινά στον νεοελληνικό λόγο. Λέμε και γράφουμε: απόστασε, σύστησε. Σύνθετα ρήματα με τις προθέσεις προς και προ αποβάλλουν κατά κανόνα την τονισμένη εσωτερική τους αύξηση. Ήδη στην καθαρεύουσα η αύξηση έγινε στα ρήματα της κατηγορίας αυτής εξωτερική. Λέμε και γράφουμε: πρόφερε - επρόφερε. Ορισμένα σύνθετα ρήματα είναι διπλόμορφα ως προς την τονισμένη εσωτερική τους αύξηση ανάλογα με τη σημασία τους: κατάλαβε ( κατανόησε), αλλά κατέλαβε την πόλη. Η τονισμένη χρονική αύξηση διατηρείται σε ορισμένα λόγια ρήματα με ευρύτατη και αναντικατάστατη χρήση. Λέμε και γράφουμε: υπήρχε, υπήρξε, απήγαγε, συνήγαγε. Το απρόσωπο ρήμα συμβαίνει διατηρεί στον παρατατικό και τον αόριστο την αρχαία του μορφή. Λέμε και γράφουμε: συνέβαινε, συνέβη, όχι συνέβηκε. Η προστακτική του αορίστου σύνθετων ρημάτων δεν παίρνει συλλαβική ή χρονική αύξηση. Γράφουμε και λέμε: υπόγραψε όχι υπέγραψε.

ΑΡΧΑΙΟΚΛΙΤΑ ΡΗΜΑΤΑ

            Κάποια αρχαία βαρύτονα ρήματα σε-ω ή σε -ωμαι, διατηρούν και στον νεοελληνικό, γραπτό και προφορικό , λόγο τον αρχαιόμορφο κλιτικό τους τύπο: τίθεμαι, ίσταμαι άγω και τα σύνθετά των (συντίθεμαι, διάγω κ.ά). Η αρχαιόμορφη κλίση ισχύει προπάντων για την οριστική του ενεστώτα και την οριστική του αορίστου. Λέμε και γράφουμε: δεν τίθεται θέμα, παρέστη ο πρωθυπουργός. Δύσχρηστοι και κακόφωνοι κρίνονται ο παρατατικός και ο αόριστος των ρημάτων αυτών, και πρέπει να αποφεύγονται (χρησιμοποιούμε περιφραστικούς τύπους).

 ΡΗΜΑΤΑ (2)

Λέμε και γράφουμε: το θέμα έχει τεθεί υπό συζήτηση ( για να αποφύγουμε το : ετέθη υπό συζήτηση). Σε ορισμένες περιπτώσεις τα αρχαιόμορφα αυτά ρήματα μπορούν να αντικατασταθούν από νεοελληνικά συνώνυμά τους, εφόσον δεν δημιουργείται νοηματική ασάφεια ή δεν δίνεται η αίσθηση αμήχανης μετάφρασης του αντίστοιχου αρχαιόμορφου ρήματος. Λέμε και γράφουμε: δεν υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης, αντί: δεν υφίσταται κίνδυνος. Ορισμένες φορές ο αρχαιόμορφος τύπος είναι αναντικατάστατος. Λέμε και γράφουμε: θέτω θέμα, όχι βάζω ζήτημα. Το συστήνω ( κάνω συστάσεις) είναι διαφορετικό από το συνίστημι ( στήνω μαζί με κάποιον). Το ρήμα αποτείνομαι σχηματίζει μέλλοντα θα αποταθώ, όχι θα αποτανθώ. Το ίδιο συμβαίνει και με την υποτακτική αορίστου. Το ρήμα λοιδορώ γράφεται με όμικρον. Το ρήμα εκπίπτω είναι αμετάβατο. Λέμε και γράφουμε: εκπίπτει το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων. Το εκπίπτω ως αμετάβατο ρήμα, δεν τρέπεται σε μέσο ή παθητικό ρήμα. Γράφουμε: το ποσό εκπίπτει.

Το ρήμα επεξεργάζομαι είναι αποθετικό, συντάσσεται με αιτιατική και έχει πάντοτε ενεργητική σημασία. Είναι λάθος να χρησιμοποιούνται κάποιοι χρόνοι του με σημασία παθητική. Λέμε και γράφουμε: ο δημοσιογράφος επεξεργάζεται τα κείμενα, όχι τα κείμενα έχουν επεξεργαστεί. Το ρήμα συντρέχω σπανίως χρησιμοποιείται με την κυριολεκτική σημασία του ( τρέχω με κάποιον μαζί), συνήθως έχει μεταφορική σημασία ( βοηθώ) Στη δεύτερη περίπτωση ο ενεστώς είναι συντρέχω, ο μέλλων θα συνδράμω, ο αόριστος συνέδραμα. Όταν το ρήμα απαντώ χρησιμοποιείται μεταφορικά, για να δηλώσει την παρουσία και τη συχνότητα ενός όρου μέσα σε μία πρόταση, δεν τρέπεται στον μέσο τύπο του. Λέμε και γράφουμε: το όνομα Πλάτων απαντά σε πολλά σημεία αυτής της μελέτης., όχι απαντάται.

            Αποφεύγουμε τα υβρίδια (= κακή μίμηση της καθαρεύουσας): δεν έτυχα απάντησης , χαίρει εκτίμησης, εκ πρώτης όψεως, καθ’ όν τρόπον, προς πάσα κατεύθυνση, τα διατάγματα επιστράφησαν προς διόρθωση, ο γιατρός δέχεται καθ’εκάστη πλην Κυριακής, οδηγείται ως πρόβατο επί σφαγής, και σε ταβέρνα της Σκιάθου σερβίρεται «οκταπόδι» στα κάρβουνα κ.ά.

ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΡΗΜΑΤΩΝ

Ασκώ= γυμνάζω, προπονώ, εκπαιδεύω κάποιον ή κάτι. Το εξασκώ σημασιολογικά είναι συνώνυμο του ασκώ, ωστόσο το ασκώ έχει ευρύτερη δικαιοδοσία. Χρησιμοποιείται και μεταφορικά σε πολλές φράσεις. Λέμε και γράφουμε: ασκώ το επάγγελμα του καθηγητή ( όχι εξασκώ το επάγγελμα του καθηγητή).

Το ρήμα τυχαίνω χρησιμοποιείται συνήθως απροσώπως στη δημοτική, π.χ. πόσοι από τους νεότερους τυχαίνει να ξέρουν το όνομά του; Το ρήμα αυτό το συναντάμε και προσωπικό: πολλά δεινά του έτυχαν τελευταία. Δεν είναι σωστή η σύνταξη στη δημοτική με γενική, όπως: δεν έτυχα απάντησης, τυχαίνουμε κι εμείς γλωσσικού οργάνου! Χαίρω= χαίρομαι. Το ρήμα συναντάται κυρίως στη φράση « χαίρω άκρας υγείας». Δεν έχουμε άλλες χρήσεις. Είναι εσφαλμένη η πρόταση: Τα νησιά χαίρουν ηπίου κλίματος.

Το ρήμα αφορώ χρησιμοποιείται μόνο στο γ΄ πρόσωπο του ενικού και πληθυντικού ( αφορά- αφορούν). Στη νεοελληνική γλώσσα έπαψε να παρεμβάλλεται η πρόθεση σε ανάμεσα στο ρήμα και στο αντικείμενο. Λέμε και γράφουμε: αφορά τη σημερινή κατάσταση και όχι αφορά στη σημερινή κατάσταση.

Μετοικίζω= παίρνω, μεταφέρω ανθρώπους ( μεταβατικό), μετοικώ= αλλάζω κατοικία.

Δηλώνω= δείχνω, φανερώνω, υποδηλώνω= φανερώνω, δείχνω υπαινιχτικά.

Πραγματεύομαι= εξετάζω, διαπραγματεύομαι= προβαίνω σε διαπραγματεύσεις με κάποιον για κάτι.

Λέμε και γράφουμε απαθανατίζω και όχι αποθανατίζω. Επίσης, προοιωνίζομαι και όχι προοιωνίζω. Παλεύω και όχι παλαίβω. Συστήνω και όχι συσταίνω.

Δεν είναι σωστό: ο τάδε πραγματοποιεί επίσκεψη..., αλλά ο τάδε επισκέπτεται ...

Λέμε και γράφουμε: προμηθεύω το, στο κλπ. ( συντάσσεται με έμμεσο και άμεσο αντικείμε και όχι προμηθεύω με ( κατ’επίδραση του αγγλικού to provide with).

 ΡΗΜΑΤΑ (3)

Απολαύω= ευχαριστιέμαι, κερδίζω, απολαμβάνω ορισμένο αγαθό, Απολαμβάνω= ευχαριστιέμαι πράττοντας κάτι, κερδίζω, ωφελούμαι.

Εξασθενίζω= αδυνατίζω, εξασθενώ= γίνομαι αδύνατος, εξαντλούμαι.

            Λέμε και γράφουμε: ήρθα και όχι ήλθα. Ο αρχαίος τύπος διατηρείται στα σύνθετα ρήματα: προήλθα, συνήλθα.

Δεν λέμε και γράφουμε: προχωρεί μπροστά, ας συλλογισθούμε, αλλά προχωρεί, ας καθίσουμε και ας συλλογισθούμε. Δεν λέμε και γράφουμε: εκπόνηση και εφαρμογή μελετών, αλλά να εκπονηθούν και να εφαρμοστούν οι μελέτες. Όχι να διατυπώσει τα αισθήματά του, αλλά να εκφράσει τα συναισθήματά του.

            Δεν λέμε και γράφουμε: το βραβείο απέσπασε ο τάδε. Το βραβείο πήρε ή απονεμήθηκε στον τάδε.

Δεν λέμε και γράφουμε: παραξηγώ αντί παρεξηγώ, ανταπεξέρχομαι αντί αντεπεξέρχομαι, , απαγοητεύω αντί απογοητεύω, τι τεύξεται η επιούσα αντί τι τέξεται η επιούσα, περί πολλών τυρβάζει αντί περί πολλά τυρβάζει, απεκδύομαι της ευθύνης αντί απεκδύομαι την ευθύνη, δεν έχει που την κεφαλή κλίναι αντί δεν έχει που την κεφαλή κλίνη, αφορά σε όλους μας αντί αφορά όλους μας.

Δε λέμε και γράφουμε: χρησιμοποιώ σωστά, αλλά χρησιμοποιώ καταλλήλως- επιτυχώς.

Δεν είναι σωστοί οι τύποι: ελέγετο, εδέχοντο, ησκήθη, εξητάσθησαν, ηυτύχησε,επεδίωκε, χαρακτηρίσθηκε, θα περιληφθεί, γέφθηκαν, να εκφράζεσθε. Είναι σωστοί οι τύποι: λεγόταν, δέχονταν, ασκήθηκε, εξετάστηκαν, ευτύχησε, επιδίωκε, χαρακτηρίστηκε, θα περιληφτεί, γεύθηκαν, να εκφράζεστε.

Τα ρήματα σε -εύω (: δουλεία), σχηματίζουν τα παράγωγά τους σε-εία ( δουλεία), αλλά εθελόδουλος- εθελοδουλία. Καπηλεύομαι- καπηλεία, αλλά αρχαιοκάπηλος αρχαιοκαπηλία. Λατρεύω- λατρεία, αλλά αρχαιολάτρης- αρχαιολατρία. Πορεύομαι- πορεία, αλλά αεροπόρος- αεροπορία.

Η προστακτική του ενεργητικού αορίστου ( β’ πληθυντικό) είναι τύπος με συγκοπή του φωνήεντος -ε-. Το δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο της παθητικής φωνής έχει -ει-, που ανήκει όμως στην κατάληξη, όπως αυτή διαμορφώθηκε στη δημοτική, π.χ.: θα κρατηθείτε- κρατήσου- κρατηθείτε. Δε γράφουμε και λέμε: να γυρίστε θριαμβευτές, αλλά να γυρίσετε θριαμβευτές. Οι συγκεκομμένοι τύποι είναι της προστακτικής ( στείλτε, γυρίστε κ.ά). Ακόμη, να βάλετε, θα την διαβάσετε την εφημερίδα. Αυτός είναι ο τύπος του β’ πληθυντικού του στιγμιαίου μέλλοντα ( θα) και της υποτακτικής του αορίστου (να). Η προστακτική δεν παίρνει αύξηση (π.χ. όχι αντέγραψέ τα, αλλά αντίγραψέ το).

Δεν λέμε και γράφουμε: δαπανεί, αποκτούνται, περιπλανείται κλπ., αλλά δαπανά, αποκτώνται, περιπλανιέται..

Το ρήμα πιστοποιώ συντάσσεται με ειδική πρόταση. Το ρήμα διαρρέω είναι αμετάβατο. Το ρήμα αμφιβάλλω συντάσσεται: για+ αιτιατική. Προσέχουμε τη σύνταξη: προμηθεύω στ (ο)...., περιηγούμαι

                Γράφονται με -ει-: είδα- είπα- είχα. Γράφονται με -η-: ήβρα- ήθελα- ήμουν- ήξερα- ήπια- ήρθα- υπήρξα- υπήρχα.

            Όλοι οι ρηματικοί τύποι του αμείβω γράφονται με -ει-: π.χ.: αμείβονται. Τα παράγωγα του αμείβω γράφονται με -οι-: π.χ.: αμοιβή.

            Όλοι οι ρηματικοί τύποι του αλείφω γράφονται με -ει-: π.χ.: αλείφουν. Τα παράγωγα του αλείφω γράφονται με -οι-, π.χ.: αλοιφή. Εξαιρείται: εξάλειψη.

 ΡΗΜΑΤΑ (4)

                Δίνω- δίδω. Δίνω: όταν είναι απλό. Δίδω: όταν γίνεται δεύτερο συνθετικό: π.χ εκ- δίδω, προ- δίδω.Το δίδω στην ενεργητική φωνή γράφεται με -ω-: π.χ.: έδωσε, θα δώσει. Το δίδω στην παθητική φωνή γράφεται με -ο-: π.χ.: δόθηκε, έχει δοθεί. Τα παράγωγα γράφονται με -ο-π.χ.: απόδοση, δότης. Εξαιρούνται δωσιδικία, δωσίλογος. Σύνθετα με προθέσεις: από, δια, εν, εκ, κατά, μετά, παρά, προς:π.χ.: από- δίδω, εκ-δίδω.

            Λύνει- λύει. Λύνει: όταν είναι απλό, π.χ: λύνει την άσκηση. Λύει: όταν γίνεται δεύτερο συνθετικό: π.χ. ανα- λύει, επι- λύει. Παραλαμβάνω- παραλείπω. Να παραληφθεί είναι του παραλαμβάνω. Να παραλειφθεί είναι του παραλείπω. Επιφέρει είναι μόνο για κάτι κακό, π.χ.: αυτή η στάση επιφέρει την κοινωνική διάβρωση. Επέρχομαι= με εχθρική διάθεση, για κάτι κακό: π.χ. επέρχεται η συμφορά.          

                Δεν λέμε μέθοδοι μη παραγωγικές, αλλά μέθοδοι που δεν είναι παραγωγικές.

                Η κατάληξη - είται γράφεται πάντοτε με: -ει, π.χ: απαιτείται, ζητείται, προωθείται.

                Γράφονται με -ι- μόνο έξι ρήματα σε -ίνω: αποκρίνομαι- γίνομαι- δίνω- κλίνω- κρίνω, πίνω. Όλα τα άλλα ρήματα γράφονται με -ύνω, π.χ: απευθύνω, λύνω.

            Γράφονται με -ή- μόνο τέσσερα ρήματα σε -ήνω: αφήνω, σβήνω, στήνω, ψήνω.

            Γράφονται με -ει- μόνο δύο ρήματα σε - είνω: κλείνω, τείνω.

                Όλα τα ρήματα σε - ώνω σε όλους τους χρόνους και σε όλα τα παράγωγά τους γράφονται με: -ω:π.χ.: ολοκληρώνω, ολοκληρώθηκα, ολοκλήρωμα.

            Το ρήμα είμαι. Ο παρατατικός του βοηθητικού ρήματος είμαι: ήμουν, ήσουν, ήταν (ε), ήμαστε (και ήμασταν), ήσαστε ( και ήσασταν), ήταν (ε).

            Τα ρήματα της πρώτης συζυγίας ( ανοίγω, απολύω, επιδιώκω, τρέχω) γράφονται στο α΄πληθυντικό με τον τύπο -ουμε και όχι - ομε.

            Στο σχηματισμό των ρημάτων που τονίζονται στη λήγουσα ( αγαπώ, αδικώ) διακρίνουμε δύο τάξεις: 1η : -ώ άς -ά -ούμε- άτε -ούν ( αγαπώ....), 2η : - ώ - είς - εί - ούμε- είτε - ουν (αδικώ...). Ωστόσο, στην 1η τάξη έχει επιβληθεί και ο ασυναίρετος τύπος (- άω - άει) στο α΄και γ΄ενικό πρόσωπο καθώς και διαφορετικοί τύποι στο α’ και γ’ πληθυντικό (αγαπάμε και αγαπούμε, αγαπάνε και αγαπούν).

            Η νεοελληνική γλώσσα αποφεύγει την παθητική φωνή , προτιμώντας την ενεργητική σύνταξη. Παράδειγμα: όχι ο πατέρας συγκινείται με τις επιτυχίες του γιου του, αλλά οι επιτυχίες του γιου συγκινούν τον πατέρα.

            Σε μερικά ρήματα που προέρχονται από την καθαρεύουσα, η παθητική και η μέση φωνή εκφέρονται με δύο τύπους ( αρνούμαι ή αρνιέμαι). Οι διπλοτυπίες αυτές ισχύουν μόνο για τον ενεστώτα. Προσέχουμε: ο ένοχος φοβόταν και όχι φοβούνταν( γ’ ενικό), οι ένοχοι φοβούνταν.

            Ο αόριστος των ρημάτων σε -ομαι είναι συνήθως -ηκα, π.χ.: αναβάλλομαι- αναβλήθηκα. Δεν είναι σωστός ο τύπος: ανεβλήθη. Επίσης, δεν είναι σωστοί τύποι, όπως: εξελέγει, εσκέφθει.

            Ορισμένα ρήματα, όπως: δίδω, δεικνύω, λαμβάνω, στη δημοτική σχημάτισαν και δεύτερους τύπους: δίδω- δίνω, δεικνύω- δείχνω, λαμβάνω- λαβαίνω. Οι δεύτεροι αυτοί τύποι είναι αποδεκτοί. Δεν είναι αποδεκτοί, όμως, στα σύνθετα ρήματα: λέμε και γράφουμε: αποδίδω, αποδεικνύω, απολαμβάνω και όχι αποδίνω, αποδείχνω, απολαβαίνω.

            Τα ξενικά ρήματα σε -άρω και -ίρω έχουν στον αόριστο τις καταλήξεις -άρισα και - ίρισα, π.χ.: κοντράρω- κοντράρισα, σερβίρω- σερβίρισα.

 

 ΡΗΜΑΤΑ (5)

            Η προστακτική δεν παίρνει αύξηση. Δεν είναι σωστοί οι τύποι: ανέφερέ μου, επέτρεψέ μου κ.ά. Η προστακτική του αορίστου σχηματίζει το β΄πρόσωπο σε -ίστε ( π.χ.: δροσίζω- δροσίστε- α΄συζυγία), σε- ήστε ( π.χ.: αγαπώ- αγαπήστε- β’ συζυγία). Μέση φωνή α’ συζυγίας: σε -είτε, π.χ.: εργάζομαι- εργαστείτε. Πρακτικός τρόπος για τη σωστή ορθογραφία: Γράφονται: με -ει, όποτε η κατάληξη δεν έχει σίγμα: π.χ.: αισθανθείτε. Με η, όποτε η κατάληξη έχει σίγμα: π.χ.: τηλεφωνήστε. Όμως, αυτό συμβαίνει, εφόσον δεν πρόκειται για ρήματα διαφορετικής ορθογραφίας στον ενεστώτα, οπότε την ακολουθούν και στην προστακτική του αόριστου, όπως: δροσίζω- δροσίστε, κλείνω- κλείστε, φτύνω- φτύστε.

            Εκτός από τα ρήματα: αρέσω, θέτω, κείτομαι, όλα τα άλλα, που δεν τονίζονται στη λήγουσα γράφονται με δύο-σσ- ή με δύο -ττ-, π.χ: αλλά-σσ-ω. Εκτός από το ρήμα: κολλώ, όλα τα άλλα, που τονίζονται στη λήγουσα, γράφονται με ένα-λ-, π.χ: γελώ. Εκτός από το ρήματα θέλω, οφείλω, μέλει, όλα τα άλλα ρήματα, που δεν τονίζονται στη λήγουσα, γράφονται με -δύο -λλ-, αλλά μόνο στον ενεστώτα και στον παρατατικό, π.χ.: αγγέλλω. Σε όλους τους άλλους χρόνους ( εκτός από τον παρατατικό), γράφονται με ένα-λ-:, π.χ.: ανατέλλω- ανέτειλα., καθώς και όλα τα παράγωγα: π.χ.: αγγελία.

            Εκτός από τα ρήματα: αναπαύω, απολαύω, παύω, όλα τα άλλα ρήματα γράφονται με- β-: π.χ. ανάβω. Εκτός από τα ρήματα: κλέβω, σέβομαι, όλα τα άλλα ρήματα γράφονται με - ευ-, π.χ. αλιεύω, ερμηνεύω.

                Εκτός από τα ρήματα: δένω, μένω, πλένω, όλα τα άλλα ρήματα γράφονται μα -αι-, ήτοι -αίνω-, π.χ.: ακριβαίνω, παθαίνω, σωπαίνω.

            Εκτός από το ρήμα παίρνω, όλα τα άλλα ρήματα γράφονται με -ε-, ήτοι -έρνω, π.χ: γέρνω, ψέλνω.

            Εκτός από τα ρήματα: αθροίζω, δανείζω, μπήγω, μπήζω, πήζω, πρήζω, αναβλύζω, γογγύζω, δακρύζω, κατακλύζω, αναβρύζω, ολολύζω, συγχύζω, σφύζω, κελαρύζω, όλα τα άλλα ρήματα γράφονται με-ι-, ήτοι: -ίζω: π.χ.: αντικρίζω, ζυγιζω. Τα ρήματα που έχουν ενεστώτα σε -ω και σε - ίζω, γράφονται στον αόριστο με -ι-:, π.χ.: ανθώ- ανθίζω.

 ΡΗΜΑΤΑ (6)

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

            Γράφονται με τα ρήματα: ήρθα, ήβρα, ήπια, ήμουν, ήξερα, ήθελα. Με -ει τα ρήματα: είδα, είπα, είχα. Τα ρήματα της α’ συζυγίας στον ενεστώτα τελειώνουν σε: : δένω, -άβω: ράβω. Εξαιρούνται: παύω, αναπαύω, απολαύω. Τελειώνουν σε - εύω: λατρεύω. Εξαιρούνται: κλέβω, σέβομαι. Τελειώνουν σε -αίνω: πηγαίνω. Εξαιρούνται: δένω, μένω, πλένω. Τελειώνουν σε - έρνω: φέρνω. Εξαιρείται: παίρνω. Τελειώνουν σε -ιάζω: αγκαλιάζω. Εξαιρούνται: αδειάζω, μοιάζω, μονοιάζω, νοιάζομαι, χρειάζομαι. Τελειώνουν σε -ίζω: δροσίζω. Εξαιρούνται: πρήζω, αναβλύζω, γογγύζω, σφύζω, αθροίζω, κελαρύζω, συγχύζω, δανείζω, δακρύζω, κατακλύζω, πήζω, ολολύζω. Τελειώνουν σε -λλω: αναβάλλω. Εξαιρούνται: θέλω, οφείλω, μέλει. Τελειώνουν σε - ώνω: απλώνω. Τελειώνουν σε -σσω: αναπτύσσω. Εξαιρείται: αρέσω. Τελειώνουν σε -ττω: εισπράττω. Εξαιρείται: θέτω. Τελειώνουν σε -ίνω: δίνω,κλίνω, κρίνω, πίνω. Τελειώνουν σε -ήνω: αφήνω, σβήνω, στήνω,ψήνω. Τελειώνουν σε -είνω: κλείνω, τείνω. Τελειώνουν σε- ύνω: λύνω, ντύνω, οξύνω.

            Τα ρήματα της πρώτης συζυγίας διατηρούν στον αόριστο το -η, το ι, το υ, το ει, το οι, που έχουν στην παραλήγουσα της οριστικής του ενεστώτα: αφήνω- άφησα, ορίζω- όρισα, λύνω- έλυσα, κλείνω- έκλεισα, αθροίζω- άθροισα. Οι αόριστοι σε -ωσα γράφονται με: άπλωσα. Εξαιρούνται το άρμοσα και το δέσποσα. Το δίνω στον παθητικό αόριστο γράφεται με -ο: δόθηκα, δοσμένος.

            Τα ρήματα της δεύτερης συζυγίας σχηματίζουν αόριστο σε -ησα με η ( αγαπώ- αγάπησα). Εξαιρούνται: τα μεθώ- μέθυσα, μηνώ- μήνυσα. Τα ρήματα σε -αίνω τελειώνουν στον αόριστο σε : υνα, -ηκα, - ησα ( βάθυνα, ανέβηκα, βλάστησα) ή χάνουν το αιν ( κατάλαβα) ή το σχηματίζουν σε -ανα (ανάσανα). Τα ρήματα στον αόριστο γράφονται με ένα -λ: ανατέλλω, ανάτειλα. Πολλά ρήματα που τελειώνουν σε- έλνω, - ερνω σχηματίζουν αόριστο σε -ειλα, -ειρα ( στέλνω- έστειλα). Ρήματα με χαρακτήρα φωνήεν ή δίψηφο σχηματίζουν αόριστο σε -σα. Εξαιρούνται τα ρήματα: έκαψα, έκλαψα, έφταιξα. Με χαρακτήρα λαρυγγικό σχηματίζουν σε -ξα.

            Το γ’ ενικό Παρατατικού τονίζεται στην παραλήγουσα. Το γ’ πληθυντικό τονίζεται στην προπαραλήγουσα.

            Τα ρήματα της ενεργητικής φωνής που δέχονται την αντωνυμία εμείς και τελειώνουν σε -με τα γράφουμε με ε. Τα ρήματα της παθητικής φωνής, που δέχονται την αντωνυμία εγώ και τελειώνουν σε - μαι τα γράφουμε με αι: εγώ πλένομαι. Τα ρήματα της ενεργητικής φωνής που δέχονται την αντωνυμία εσείς και τελειώνουν σε -τε τα γράφουμε με ε. Τα ρήματα της παθητικής φωνής που δέχονται την αντωνυμία αυτός και τελειώνουν σε -ται τα γράφουμε με -αι.

            Κατηγορίες ανωμάλων ρημάτων:

1η κατηγορία. Μερικά ρήματα σχηματίζουν το αοριστικό τους θέμα από άλλη ρίζα: λέγω- είπα. Τα ρήματα αυτά έχουν άσιγμο αόριστο και είναι: βλέπω, έρχομαι, λέγω, τρώ (γ) ω. 2η κατηγορία: μερικά ρήματα αλλάζουν στο αοριστικό τους θέμα το χαρακτήρα του ενεστώτα: βγάζω- έβγαλα. Τα ρήματα αυτά είναι τα ακόλουθα: βάζω, βγάζω, κάνω.

3η κατηγορία. Ρινικόληκτα και μερικά άλλα ρήματα σχηματίζουν το αοριστικό τους θέμα αλλάζοντας το θεματικό φωνήεν του ενεστώτα: μένω- έμεινα, φεύγω- έφυγα. Από τα ρήματα αυτής της κατηγορίας άλλα σχηματίζουν άσιγμο και άλλα σιγματικό αόριστο. Τα ρήματα αυτά είναι τα εξής: απονέμω, βαραίνω, βρέχω, δίνω, λεπταίνω, μακραίνω, μένω, ντρέπομαι, πλένω, στέκομαι, στρέφω, τείνω, τρέπω, τρέφω, φαίνομαι, φεύγω, φθείρω, χαίρομαι.

4η  κατηγορία: πολλά ρινικόληκτα ρήματα που τελειώνουν σε - αίνω,- άνω, σχηματίζουν το αοριστικό τους θέμα αποβάλλοντας το ν και αλλάζοντας το θεματικό φωνήεν του ενεστώτα: ανασταίνω- ανάστησα. Τα ρήματα που σχηματίζουν σιγματικό αόριστο είναι: αμαρτάνω, ανασταίνω, αποσταίνω, αρταίνω, αυξάνω, βλασταίνω, βυζαίνω, εγκατασταίνω, παρασταίνω, σωπαίνει, χορταίνω. 5η κατηγορία: Τα υγρόληκτα ρήματα που τελειώνουν σε - λλω σχηματίζουν το αοριστικό τους θέμα αποβάλλοντας το ένα λ και αλλάζοντας, κάποτε, το θεματικό φωνήεν: σφάλλω- έσφαλα, ανατέλλω- ανάτειλα.

            Τα ρήματα αυτής της κατηγορίας έχουν άσιγμο αόριστο και είναι τα ακόλουθα: ( αν) αγγέλλω, ανατέλλω, (από) βάλλω, ( κατ) αγγέλλω, ( παρ) αγγέλλω, σφάλλω, ψάλλω. 6η κατηγορία: Τα υγρόληκτα ρήματα που τελειώνουν σε - λνω, -ρνω σχηματίζουν το αοριστικό τους θέμα αποβάλλοντας το ν που έχει ο ενεστώτας και αλλάζοντας, συχνά, το θεματικό φωνήεν: φέρνω- έφερα, σπέρνω- έσπειρα- σπάρθηκα- σπαρμένος. Τα ρήματα αυτής της κατηγορίας σχηματίζουν άσιγμο αόριστο και είναι τα ακόλουθα: γδέρνω, γέρνω, δέρνω, παίρνω, σέρνω, σπέρνω, στέλνω, φέρνω, ψέλνω. 7η κατηγορία: Μερικά ρινικόληκτα ρήματα που τελειώνουν σε -αίνω σχηματίζουν το αοριστικό τους θέμα αποβάλλοντας τη συλλαβή - αιν- του ενεστώτα: καταλαβαίνω- κατάλαβα. Τα ρήματα αυτά σχηματίζουν άσιγμο αόριστο και είναι τα εξής: καταλαβαίνω, λαβαίνω, λαχαίνω, μαθαίνω, παθαίνω, πετυχαίνω, πηγαίνω, τυχαίνω. 8η κατηγορία: ρήματα της πρώτης συζυγίας σχηματίζουν χρόνους και τύπους κατά τη δεύτερη συζυγία: θέλω- θέλησα, τρέχω- τρέχα. Τα ρήματα αυτά είναι τα εξής: βόσκω, δέομαι, διαμαρτύρομαι, εύχομαι, θέλω, στέκομαι, τρέχω. 9η κατηγορία: ρήματα της δεύτερης συζυγίας σχηματίζουν τον αόριστο σε - ασα: γελώ- γέλασα. Τέτοια ρήματα είναι τα εξής: ανακλώ, γελώ, γερνώ, διαθλώ, διψώ, δρω, επιδρώ, κερνώ, κρεμνώ, ξεχνώ, πεινώ, περνώ, σπω, σχολνώ.—εσα: καλώ- κάλεσα. Τέτοια ρήματα είναι τα εξής: αναιρώ, αρκώ, αφαιρώ, βαρώ, διαιρώ, εξαιρώ, επαινώ, καθαιρώ, καλώ, καταφρονώ, μπορώ, πλανώ, πονώ, στενοχωρώ, συ (γ ) χωρώ, συναιρώ, τελώ, φορώ.--- υσα: μεθώ- μέθυσα, μηνώ- μήνυσα.--- αξα: βαστώ- βάσταξα, πετώ - πέταξα.--- ηξα: ρουφώ- ρούφηξα, τραβώ- τράβηξα.---θαρρώ- θάρρεψα

 ΜΕΤΟΧΗ (1)

            Ο νεοελληνικός λόγος διαθέτει πολλούς τύπους μετοχής με ουσιαστική, επιθετική ή ρηματική και επιρρηματική αξία. Εκτός από τους καθαρά δημοτικούς σχηματισμούς μετοχών, υπάρχουν και αρχαιόμορφες μετοχές καθιερωμένες στην κοινή γλώσσα, στην επιστημονική έκφραση και στην ειδική ορολογία. Δε συντρέχει λόγος να καταφεύγουμε σε πρόταση, εκεί που ο μετοχικός τύπος προσδίδει στη φράση οικονομία, σαφήνεια και κομψότητα. Οι πλάγιες πτώσεις μετοχών με αρχαιόμορφη ονομαστική προσαρμόζονται κατά κανόνα στο νεοελληνικό κλιτικό και τονικό σύστημα. Λέμε και γράφουμε: ο αύξων αριθμός, του αύξοντα αριθμού, ο επιλαχών μαθητής, του επιλαχόντα μαθητή.

            Ουσιαστικοποιημένες βαρύτονες μετοχές θηλυκού γένους κρατούν σε όλες τις πτώσεις τόνο αμετάβλητο. Λέμε και γράφουμε: η εφαπτομένη, της εφαπτομένης. Το ίδιο ισχύει και για ουσιαστικοποιημένες βαρύτονες μετοχές αρσενικού και ουδέτερου γένους. Λέμε και γράφουμε: το υποκείμενο, του υποκειμένου, αλλά και ο υποκείμενος συλλογισμός, του υποκείμενου συλλογισμού.

            Ορισμένες αρχαιόμορφες μετοχές του παθητικού παρακειμένου κρατούν και στον νεοελληνικό λόγο τον αρχαίο τους αναδιπλασιασμό ( συλλαβικό ή χρονικό). Λέμε και γράφουμε: υπογεγραμμένος (όχι οι υπογραφόμενες), ηυξημένες δαπάνες.

            Οι μετοχές της παθητικής φωνής με επιθετική χρήση προσαρμόζονται άνετα στο νεοελληνικό λόγο. Δεν συντρέχει επομένως λόγος να τις αποφεύγουμε. Λέμε και γράφουμε: οι αντιμαχόμενες παρατάξεις, ασκούμενος δικηγόρος.

            Πρόσφατη είναι επίσης η χρήση της επιρρηματικής μετοχής παθητικής φωνής σε παρενθετικές προτάσεις, όταν εξασφαλίζει τη συντομία και τη σαφήνεια της έκφρασης. Λέμε και γράφουμε: Ο Ευριπίδης, επηρεασμένος από τη σοφιστική, μετέφερε στα δράματά του τον αγώνα λόγου.

            Η μετοχή του ενεργητικού ενεστώτα που λήγει σε -οντας ή -ώντας είναι άκλιτη. Χρησιμοποιείται επιρρηματικώς και ισοδυναμεί συνήθως με τροπικό επίρρημα. Λέμε και γράφουμε: πέρασαν μια ευχάριστη βραδιά τραγουδώντας μοισική. Μπορεί να δηλώνει ακόμη συνοδεία, χρόνο, υπόθεση και αιτία, όπως: τον αντάμωσα πηγαίνοντας προς την παραλία (= καθώς πήγαινα). Υποκείμενο της μετοχής είναι συνήθως το υποκείμενο του ρήματος της πρότασης στην οποία ανήκει: φτάνοντας μόλις χτες δεν πρόλαβα να ιδώ κανέναν.

Υπάρχουν περιπτώσεις που το υποκείμενο της μετοχής δεν συμπίπτει με το υποκείμενο του ρήματος: Επιστρέφοντας ο Δημήτρης θα φύγω εγώ ( απόλυτη μετοχή). Λοιπόν, με εξαίρεση την περίπτωση των απροσώπων ρημάτων, η μετοχή σε -ντας έχει υποκείμενο σε ονομαστική πτώση, το οποίο ή εκφράζεται ρητώς ή εννοείται από τα συμφραζόμενα. Λέμε και γράφουμε: Στεκόταν μπροστά στη γιγαντοαφίσα της δεξιάς, που απεικονίζει μια κοπέλα που κρατάει ( όχι κρατώντας) λουλούδια. Ο λύκος περίμενε την Κοκκινοσκουφίτσα που κρατούσε ( όχι κρατώντας) ένα καλαθάκι με φαγητό για τη γιαγιά της. Η μετοχή σε -ντας δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αναφορική. Η χρήση της είναι μόνον επιρρηματική.

Δεν είναι σωστοί οι τύποι: εφηρμοσμένος, ηυξημένος, ηπατημένος, ητοιμασμένος, ωρισμένος. Είναι σωστοί οι τύποι: εφαρμοσμένος, αυξημένος, απατημένος, ετοιμασμένος, ορισμένος.

 ΜΕΤΟΧΗ (2)

 

            Η κατάληξη -μένος,, όταν τονίζεται το -ε-, γράφεται με-μμ, εφόσον το ρήμα από το οποίο προέρχεται έχει στο μέλλοντα στιγμιαίο το σύμφωνο -ψ-. Το ίδιο ισχύει και για τα παράγωγα σε -μμα:απορρίπτω- απορρίψω- απορριμμένος- απορρίμματα. Εξαιρούνται: καίω, κλαίω, π.χ: καίω- κάψω- καμένος- κάμα. Εξυπακούεται ότι, αν δεν παρουσιάζεται το -ψ- στο στιγμιαίο μέλλοντα τότε το -μένος γράφεται με ένα-μ-: π.χ.: δεμένος, στημένος. Η κατάληξη - μένος, όταν δεν τονίζεται το -ε-, ποτέ δε γράφεται με δύο -μμ-: π.χ. ακουόμενος, εργαζόμενος, κοιμώμενος.

            Εκτός από τη μετοχή μεθυσμένος, όλες οι άλλες μετοχές σε -ισμένος γράφονται με- ι-: π.χ.:φοβισμένος, ξυρισμένος.

            Η κατάληξη - οντας, όταν δεν τονίζεται το-ο-, γράφεται με -ο-, π.χ.: ακούοντας. Η κατάληξη - ώντας, όταν τονίζεται το -ο , γράφεται με -ω: π.χ. απελώντας.

            Γράφονται με -ω- οι μετοχές: βλέπω/ ιδωμένος, γίνομαι/ γινωμένος, κάνω/ καμωμένος, λέγω/ ειπωμένος, πίνω/ πιωμένος, τρώγω/ φαγωμένος.

            Γράφονται με -ι- οι μετοχές: αγανακτώ/ αγανακτισμένος, αγρυπνώ/ αγρυπνισμένος, ακουμπώ/ ακουμπισμένος, δυστυχώ/ δυστυχισμένος, ευτυχώ/ ευτυχισμένος, κάθομαι/ καθισμένος, κοιμούμαι/ κοιμισμένος, φοβούμαι/ φοβισμένος, ξεψυχώ/ ξεψυχισμένος.

            Γράφονται με -η- οι μετοχές: αποθαρρύνω/ αποθαρρημένος, αποτυχαίνω/ αποτυχημένος, επιβαρύνω/ επιβαρημένος, πετυχαίνω/ πετυχημένος.

            Γράφονται με -υ- η μετοχή: μακραίνω/ απομακρυσμένος.

 ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ

Λέμε και γράφουμε: επειδή δεν μπορεί, όχι μη μπορώντας. Δεδομένος και όχι δοσμένος.

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

            Η ενεργητική μετοχή τελειώνει σε -ώντας με ω όταν τονίζεται στην παραλήγουσα και σε - όντας με -ο όταν τονίζεται στην προπαραλήγουσα: πηδώντας- λέγοντας.

            Η παθητική μετοχή τελειώνει σε:

1.    μένος με ένα μ / δεμένος.

2.    μμένος με δύο μμ/ στα ρήματα με χαρακτήρα χειλικό ( π, β, φ, φτ, πτ)- γραμμένος.

3.    εμένος με ε /πάντοτε στην προπαραλήγουσα: βασιλεύω- βασιλεμένος.

4.    ημένος με η/ στα ρήματα της β’ συζυγίας- τιμημένος.

5.    ισμένος με ι/ σε μερικά ρήματα της δεύτερης συζυγίας: ξαγρυπνώ- ξαγρυπνισμένος, φοβούμαι- φοβισμένος. Εξαιρείται η μετοχή μεθυσμένος.

6.    σμένος/ σε ρήματα της α’ συζυγίας και σε μερικά της β’ - χτισμένος. Το ι, η, υ, ει, οι, που έχουν στην παραλήγουσα της οριστικής του ενεστώτα διατηρείται: σβήνω- σβησμένος κτλ.

7.    ωμένος με ω/ α. στα ρήματα που τελειώνουν σε - ώνω: απλώνω- απλωμένος και β. στα ακόλουθα ανώμαλα ρήματα: βλέπω- ιδωμένος, λέγω- ειπωμένος, γίνομαι- γινωμένος, κάνω- καμωμένος, πίνω- πιωμένος, τρώγω- φαγωμένος..

8.    όμενος με ο/ όταν είναι προπαροξύτονη- ενδιαφερόμενος

9.    Μερικές μετοχές σχηματίζονται ανώμαλα χωρίς να παίρνουν τις καταλήξεις τις κανονικές, τις καταλήξεις δηλαδή που παίρνουν οι μετοχές της κατηγορίας στην οποία ανήκουν. Έτσι π.χ. τα ρήματα πηγαίνω και αγανακτώ έχουν μετοχές: πηγεμένος και αγανακτισμένος. Τέτοια ρήματα είναι τα εξής: αγανακτώ, αγρυπνώ, δυστυχώ, λεπταίνω, ξεψυχώ, ακουμπώ, επιβαρύνω, μαθαίνω, φοβούμαι, αποθαρρύνω, ευτυχώ, μακραίνω, βαραίνω, κοιμούμαι, μολύνω.

           

 ΜΟΡΙΑ

ΩΣ, ΣΑΝ, ΓΙΑ

            Τα μόρια ως, σαν, για, αν και συγγενικά, έχουν διαφορετική χρήση. Το μόριο ως δηλώνει ιδιότητα ή αιτιολογική σχέση. Λέμε και γράφουμε: απέτυχε ως δήμαρχος, ως άρρωστος πρέπει να κάνει δίαιτα. Το ουσιαστικό, το οποίο εισάγεται με το ως και επέχει θέση κατηγορουμένου, παρακολουθεί την πτώση του προηγούμενου ουσιαστικού στο οποίο αναφέρεται. Γράφουμε και λέμε: οι πρωτοβουλίες του κυρίου Αρσένη, ως υπουργού Παιδείας, υπήρξαν άστοχες. Όταν δεν πρόκειται για ιδιότητα, με περιοριστική σημασία, αλλά για κατάσταση, το ως περιττεύει. Λέμε και γράφουμε: Η Κύπρος ανακηρύχτηκε κράτος ανεξάρτητο, είχα καθηγητές αρκετούς από τους προαναφερόμενους. Επίσης, περιττεύει το ως με τη σημασία του για : σκοπό της ζωής του είχε να υπηρετήσει την επιστήμη ( όχι ως σκοπό της ζωής του). Το μόριο σαν δηλώνει παρομοίωση ή εξομοίωση. Λέμε και γράφουμε: τρέχει σαν τρελός. Το ομοιωματικό σαν, όταν συνοδεύει αντωνυμία ή ουσιαστικό με άρθρο συντάσσεται με αιτιατική. Λέμε και γράφουμε: είναι σαν εσένα. Το μόριο για δηλώνει αμφίβολη ιδιότητα: περνά για άνθρωπος, σκοπό: τον είχε για σωματοφύλακα, καταλληλότητα: αυτός κάνει για δάσκαλος.

ΠΡΟΤΟΥ

Το μόριο προτού συντάσσεται με υποτακτική αορίστου, δίχως την παρεμβολή του να. Λέμε και γράφουμε: προτού μιλήσεις, να σκεφτείς καλά, όχι προτού να μιλήσεις. Λιγότερο δόκιμη κρίνεται η αντικατάσταση του προτού + ρήμα από το πριν να + ρήμα. Λέμε και γράφουμε: έλα να με δεις προτού φύγεις, αντί έλα να με δεις πριν να φύγεις.

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

            Το εν- και το συν- γίνονται εμ- και συμ- εμπρός από χειλικά και μ.

            Το αχώριστο μόριο δυσ- γράφεται διαφορετικά από το δισ- τον τύπο του δύο που χρησιμοποιείται ως α’ συνθετικό.

 ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ (1)

ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΙΝ

Η πρόθεση πριν συντάσσεται στον νεοελληνικό λόγο με από και αιτιατική, όχι με απλή αιτιατική. Λέμε και γράφουμε: γύρισε πριν από ένα μήνα- όχι πριν ένα μήνα. Το επίρρημα πριν ( πρωτύτερα) ακολουθεί την επιρρηματική έκφραση στην οποία αναφέρεται. Λέμε και γράφουμε: πέντε μήνες πριν, μου υποσχέθηκες πως θα γυρίσει. Ο σύνδεσμος πριν ( προτού) συντάσσεται με απλό ρήμα, όταν δηλώνει γεγονός που έγινε στο παρελθόν ή θα γίνει οπωσδήποτε στο μέλλον. Λέμε και γράφουμε: πριν φύγει, έκλαψε.

ΜΕΤΑ

            Η πρόθεση μετά συντάσσεται με έναρθρη αιτιατική. Δεν λέμε και γράφουμε: μετά από το Πάσχα, αλλά μετά το Πάσχα. Πολλές φορές η πρόθεση μετά χρησιμοποιείται και επιρρηματικώς, αντί: έπειτα, ύστερα, αργότερα, π.χ.: μετά πώς θα φύγεις; Το « μετά από » είναι δεκτό μόνον όταν ακολουθεί αντωνυμία: π.χ.: μετά από σένα.

ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ

            Όλες οι αρχαίες προθέσεις ( εξαιρούνται κάποιες καταχρηστικές: άχρι, ένεκα κτλ.) είναι οικείες και στο νεοελληνικό λόγο, καθώς απαντούν σε αναρίθμητες σύνθετες λέξεις κοινής χρήσης. Εισβάλλω, έννοια, εξασφαλίζω, εκπομπή, προτείνω, προσβολή, ανατρέφω, διαταγή, καταδικάζω, μετακίνηση, παρατάσσω, αντίπαλος, αμφιρρέπω, επιστήμη, περιέχω, αποβάθρα, υποτιμώ, υπέροχος. Η πρόθεση εξ δεν παίρνει έκθλιψη, προφανώς επειδή δεν έχει εκπέσει κανένα τελικό φωνήεν. Οι κυριότερες αρχαίες προθέσεις επιβίωσαν στο νεοελληνικό λόγο αναλλοίωτες και στη σύνταξή τους με πλάγια πτώση. Αυτού του τύπου τα εμπρόθετα είτε έχουν αφομοιωθεί από τον νεοελληνικό λόγο είτε πέρασαν ( στην καθημερινή ομιλία, στην ειδική ορολογία της δημόσιας ζωής και στην επιστημονική έκφραση) με τη μορφή απολιθωμένων λεκτικών σχημάτων. Λέμε και γράφουμε: προ Θεού, μετά χαράς, ανά ώρα, δια βοής, υπό παρακολούθηση, δια της τεθλασμένης κ.ά. Αρχαιόμορφα εμπρόθετα αποδεικνύονται πολλές φορές αναντικατάστατα στον ελληνικό λόγο, όταν εξασφαλίζουν την απαιτούμενη οικονομία και την τυπική διατύπωση, την ειρωνεία, την αδρότητα, την κομψότητα της έκφρασης, τη διάκριση προφορικού και γραπτού λόγου. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η χρήση των αρχαιόμορφων εμπροθέτων είναι θεμιτή, στο βαθμό που δεν αλλοιώνει την υφή του νεοελληνικού λόγου. Λέμε και γράφουμε: του ευχήθηκα εις ανώτερα, εν ονόματι του νόμου σε συλλαμβάνω , προ μηνός..., προς Αθήνα..., ένα συν ένα..., ανά την υφήλιο..., κατά των Ελλήνων..., κατά κανόνα..., παρά τους όρους..., αντ’αυτού..., επί Παπανδρέου..., περί εξουσίας...., από κτίσεως....., υπό παρακολούθηση, υπέρ το δέον.... Στα εμπρόθετα αυτής της κατηγορίας του ουσιαστικό που παρακολουθεί την πρόθεση προσαρμόζεται κατά κανόνα στο νεοελληνικό κλιτικό και τονικό σύστημα. Λέμε και γράφουμε: κατά την παράδοση της πόλης, παρά φύση, υπό έλεγχο, υπό συζήτηση, ανά τους αιώνες, κατά τύχη, κατ’εξαίρεση, κατ’αντιμωλία, παρά πάσα προσδοκία.

Το ουσιαστικό διατηρεί την αρχαία κλίση του και τον τόνο του αμετάθετο, μόνον όπου η εμπρόθετη έκφραση λογίζεται ως άκλιτο μονολεκτικό ή περιφραστικό επίρρημα. Λέμε και γράφουμε:εντούτοις, κατευθείαν, κατεξοχήν, εις υγείαν, παρά πόδας, υπ’αριθμόν, δια θαλάσσης, εξ αποστάσεως, υπό τας διαταγάς του, δια πυρός και σιδήρου, δι’ανατάσεως χειρών, εξ όλης καρδίας.

 ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ (2)

 

Η ορθότερη σύνταξη της καταχρηστικής πρόθεσης μέχρι είναι με γενική πτώση, όχι με αιτιατική. Λέμε και γράφουμε: μέχρι της επομένης ημέρας- όχι μέχρι την επόμενη ημέρα. Η σύνταξη του μέχρι με γενική είναι απαράβατη σε καθιερωμένες λόγιες εκφράσεις. Γράφουμε: μέχρι τέλους, όχι μέχρι το τέλος.

Το ώς τονίζεται, όταν επέχει θέση πρόθεσης και συντάσσεται με αιτιατική. Δεν τονίζεται, όταν είναι αναφορικό ή παρομοιαστικό μόριο. Γράφουμε: θα σε περιμένω ώς τις πέντε.

Οι λέξεις υπέρ και κατά χρησιμοποιούνται στον δόκιμο νεοελληνικό λόγο και ως επιρρήματα και ως προθέσεις ( οπότε συντάσσονται με γενική). Λέμε και γράφουμε: είστε υπέρ ή κατά, αγωνίστηκε υπέρ του εχθρού της.

Παραδείγματα με αρχαιόμορφα εμπρόθετα, κοινόχρηστα ή απολιθωμένα:

εις: εις πολλά έτη, εις βάρος μου, εις επήκοον, εις το διηνεκές, εις τον τύπον των ήλων.

εν : εν μέρει, εν όλω, εν σχέσει, εν γένει, ενόψει, εν συνεχεία, εν είδει, εν πάση περιπτώσει, εν αποστρατεία, εν στάσει, εν εναντία περιπτώσει, εν πρώτοις, εν αντιθέσει, ο εν λόγω.

εξ (εκ): εξάλλου, εξαρχής, εξίσου, εξάπαντος, εξανάγκης, εκ του προχείρου, εκ του φυσικού, εκ Θεού, εξ αίματος, εξ ουρανού, εξ αδιαιρέτου, εκ περιτροπής, εκ περισσού, εκ των προτέρων, εκ των υστέρων, εκ πρώτης όψεως.

προ: προπάντων, προπαντός, προ ολίγου, προ μηνός, προ εβδομάδος, προ έτους, προ του κινδύνου, προ καιρού, προ του φαγητού.

προς : προσώρας, προς νερού του, προς το βουνό, προς τα ξημερώματα, προς το άγνωστο, προς τα ύψη, προς τα μέσα, προς τα έξω, προς Λάρισα, αναλόγως προς την ηλικία του, ίσος προς ίσο, ένας προς ένα, ως προς αυτό, προς όφελός του, προς βλάβη του, προς το συμφέρον του, προς το παρόν, η αγάπη προς την πατρίδα, ο σεβασμός προς τους ηλικιωμένους, προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

συν: δέκα συν δέκα, συνδύο- συντρείς, αυτός έχει τα συν και τα πλην του, συν Αθηνά και χείρα κίνει.

ανά: ανά τον κόσμο, ανά τους αιώνες, ανά πάσα στιγμή.

δια: δια βίου, διαμέσου, διαμιάς, δια δέκα, δια ξηράς, δια θαλάσσης.

κατά: καταγής, κατά μέρος, καταπού, καταπώς, κατά το ποτάμι, κατά τον Νότο, Κατά τα χαράματα, κατά λάθος, κατά τύχη, κατά τάξεις, κατά στίχο, κατ’ αντιπαράσταση, κατά πρόσωπο, κατά τα έργα τους.

μετά : μετά βίας, μετά φόβου, μετά μουσικής, μετά φανών και λαμπάδων.

παρά : παρά λίγο, παρά τρίχα, παρά τέταρτο, παρ’ όλα αυτά, παρά ταύτα, παρά τον κανόνα.

αντί: άλλα αντ’ άλλων, αντί της καθιερωμένης σύνταξης.

επί: επιτόπου, επιτέλους, επί μέρους, επί δημοκρατίας, επί Θεοτόκη, επί δύο, επί τάπητος, επί βάσει, επί τετρακόσια χρόνια.

περί: περί τίνος πρόκειται, περί διαγραμμάτων, περί ανέμων και υδάτων, περί Ρητορικής, περί συλλογικής εργασίας, περί αρχής.

από: απαρχής, απεναντίας, απευθείας, αφότου, αφ’ υψηλού, από γεννησιμιού του, από καρδιάς, από καταβολής κόσμου, αφενός, αφετέρου.

υπό: υπόψη, υπό τον ήλιο, υπό δοκιμασία, υπό έλεγχο, υπό κράτηση, υπό τας διαταγάς, υπό μορφή.

υπέρ: υπέρ τρίτου, υπέρ πατρίδος, υπέρ ανεξαρτησίας, έχει πολλά υπέρ αυτού, υπέρ βωμών και εστιών.

μέχρι: μέχρι τέλους, μέχρι θανάτου, μέχρι αναισθησίας, μέχρι αηδίας.

άνευ : υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου.

πλην: δέκα πλην δέκα, πλην Λακεδαιμονίων.

            Συχνά, εκ παραλλήλου προς το αρχαιόμορφο εμπρόθετο, υπάρχει και αντίστοιχος δημοτικός τύπος. Στην περίπτωση αυτή η χρήση του ενός ή του άλλου τρόπου εξαρτάται κάθε φορά από τα συμφραζόμενα, γενικότερα από το είδος και το ύφος του λόγου. Λέμε και γράφουμε: τον συμπάθησε με την πρώτη ματιά, αλλά εκ πρώτης όψεως ίσως φαίνεται το θέμα ανώδυνο.

 

 ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΑ

 ΠΑΝΤΑ- ΠΑΝΤΟΤΕ

Το πάντα δηλώνει χρονική συνέχεια. Λέμε και γράφουμε: ήταν πάντα καλός. Το πάντοτε δηλώνει επανάληψη. Λέμε και γράφουμε: κρατούσε πάντοτε στάση γενναία.

ΕΠΑΝΩ- ΠΑΝΩ

Όταν το επάνω χρησιμοποιείται ως τοπικό επίρρημα, αντικαθίσταται και με το πάνω. Λέμε και γράφουμε: επάνω στο τραπέζι, αλλά και πάνω στο τραπέζι. Όταν το πάνω, δηλώνει αναφορά, χρόνο, ποσό, δεν αντικαθίσταται με το επάνω. Λέμε και γράφουμε: δούλεψε πάνω από τρεις ώρες. Σε άλλες περιπτώσεις η χρήση του πάνω είναι περιττή: κάθησε στην καρέκλα, όχι επάνω στην καρέκλα.

ΕΚΤΟΣ

            Η σύνταξη του επιρρήματος εκτός με αιτιατική είναι λανθασμένη. Το επίρρημα εκτός συντάσσεται με γενική ή με την πρόθεση από και αιτιατική.

Τα επιρρήματα σε -α είναι προτιμότερο να αποφεύγονται, όταν συνοδεύουν επίθετα ή άλλα επιρρήματα σε-α, επειδή υπάρχει η πιθανότητα να εκληφθούν σαν επίθετα, οπότε δημιουργείται παρανόηση και οπωσδήποτε κακοφωνία, π.χ. βιβλία αυστηρώς ακατάλληλα. Όσα επιρρήματα παράγονται από δικατάληκτα επίθετα σε- ης- ες έχουν μόνο τον αρχαϊστικό τύπο σε - ως, π.χ αγενής- αγενώς.

Η λέξη ενάντια κανονικώς χρησιμοποιείται μόνον ως επίρρημα και σημαίνει αντιθέτως. Λέμε και γράφουμε: μου μίλησε ενάντια, ψήφισε ενάντια. Δε συντρέχει λόγος να αντικαθίσταται το εναντίον (με τη σημασία του κατά ) από το ενάντια. Λέμε και γράφουμε: εναντίον της οικονομικής λιτότητας, όχι ενάντια στην οικονομική λιτότητα. Η σύνταξη του επιρρήματος εκτός με αιτιατική είναι λανθασμένη. Το επίρρημα εκτός συντάσσεται με γενική ή με την πρόθεση από και αιτιατική.

Μέσα: στο λογοτεχνικό κείμενο γράφεται με τελικό-ς-: μες.

            Εκτός: Επίρρημα που συντάσσεται με γενική ή με την πρόθεση: από και αιτιατική= παρεκτός, πλήν, π.χ.: εκτός εξαιρέσεων/ εκτός από τις εξαιρέσεις.

 Η ΣΩΣΤΗ ΧΡΗΣΗ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΩΝ

Αδιάκριτα= χωρίς διακριτικότητα, αδιακρίτως= αμερόληπτα, αντικειμενικά.

Ακριβά= δαπανηρά, ακριβώς= με απόλυτη ακρίβεια.

Άμεσα= απευθείας, αμέσως= ευθύς.

Έκτακτα= εξαίρετα, εκτάκτως= έξω από το πρόγραμμα.

Ευχάριστα= κατά τρόπο απολαυστικό, ευχαρίστως= με προθυμία.

Ιδιαίτερα= πολύ, ιδιαιτέρως= χωριστά.

Τέλεια= άρτια, τελείως= εντελώς.

Απλά= με απλότητα, απλώς=μόνο.

Καταρχήν= στα βασικά σημεία, κατά βάση, όχι στην αρχή ( : κατ’αρχάς).

Κάπου= σε κάποιο μέρος, σε κάποιο σημείο.

Πρακτικά= αντίθετο του θεωρητικά. Δεν είναι σωστό να χρησιμοποιείται στη θέση των: ουσιαστικά, στην πραγματικότητα, περίπου, σχεδόν.

 ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑΣ

            Δεν πρέπει να συγχέουμε το ερωτηματικό ποιο με το επίρρημα πιο. Το πρώτο συνοδεύει ουσιαστικά. Το δεύτερο συνοδεύει επίθετα και επιρρήματα.

            Το -ως στο τέλος των επιρρημάτων γράφεται με -ω.

            Αν το πρώτο συνθετικό είναι επίρρημα δεν έχει το συνδετικό φωνήεν ο: π.χ. πανωφόρι. Εξαιρείται το χάμω: χαμόκλαδο.

            Καταλήξεις επιρρημάτων: -ει: εκεί, παμψηφεί. - η: ακόμη, ειδεμή, μη.- ι: έτσι, μονορούφι, πάλι, πέρ(υ) σι, όχι, στραυροδρόμι, μαζί. - ια: αγάλια, ανάρια, μακριά, πλατιά, φαρδιά κτλ.. - ις: μόλις, αποβραδίς, κοντολογίς, ολονυχτίς κτλ.. Εξαιρούνται και γράφονται με -η μερικά σύνθετα με γενική: απαρχής, εξαρχής, επικεφαλής, επίσης, καταγής, καταμεσής,. - υ: αντίκρυ, μεταξύ, πολύ. - ω: γύρω, επάνω, κάτω, εδώ, έξω κτλ. - ως: αμέσως, βεβαίως, κακώς, πώς κτλ. Εξαιρούνται τα : εντός, εκτός, (ε) φέτος, τέλος.

 ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΞΕΝΙΚΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝΥΜΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ (1)

ΑΠΛΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΛΗΝΙΣΜΕΝΗ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ

            Ονομάζουμε απλή μεταγραφή των ξένων κυρίων ονομάτων τη μεταγραφή τους σε νεοελληνικό αλφάβητο, με το οποίο δοκιμάζεται η κατά το δυνατόν ακριβέστερη φωνητική τους απόδοση. Γράφουμε:Μallarme- Μαλλαρμέ. Ονομάζουμε εξελληνισμένη μεταγραφή των ξένων κυρίων ονομάτων την προσαρμογή τους στο νεοελληνικό κλιτικό σύστημα. Γράφουμε: Horatius- Οράτιος. Τα ξενικά κύρια ονόματα που έχουν εξελληνιστεί, κρατούν την εξελληνισμένη μορφή τους, εφόσον αυτή καθιερώθηκε από την ιστορία και τη νεότερη χρήση. Εκτός από τα εξελληνισμένα των αρχαιοτέρων χρόνων ( αιγυπτιακά, βαβυλωνιακά, ασσυριακά, φοινικικά, περσικά, σκυθικά), οι άλλες κατηγορίες είναι:Λατινικά, όπως: Βρούτος, Λεύκιος, Τάκιτος, Οκταβία, Καπύη, Ρουβίκων. Μεσαιωνικά, όπως:Θεοδώριχος, Σιγισμούνδος, Καρλομάγνος, Αβελάρδος, Ταμερλάνος, Αββασίδες, Θουριγγία. Νεότερα, όπως: Γουτεμβέργιος, Βάκων, Κοπέρνικος, Έρασμος, Ρακίνας, Βολταίρος, Εδιμβούργο, Δουβλίνο, Χάβρη, Λίλλη, Κολωνία, Αννόβερο, Κίελο, Τασκένδη, Σιγγαπούρη, Νέα Ορλεάνη, Βοστώνη, Μελβούρνη, Τοσκάνη, Βεγγάζη. Τα εξελληνισμένα προσωπωνύμια και τοπωνύμια κύριο γνώρισμα έχουν την ένταξή τους στο ελληνικό κλιτικό σύστημα: η Καπύη, της Καπύης, οι Αββασίδες, των Αββασιδών. Οι ελληνότροπες καταλήξεις προσωπωνυμίων στην ονομαστική, όπως και το -α των θηλυκών και το -ο των ουδετέρων, δε μαρτυρούν πάντοτε εξελληνισμένο τύπο, εντασσόμενο στο ελληνικό κλιτικό σύστημα. Λέμε και γράφουμε: της Μέριδα, όχι της Μέριδας. Τα ονόματα χριστιανών αυτοκρατόρων, βασιλέων και ηγεμόνων, ιεραρχών και αγίων γράφονται με την αντίστοιχη ελληνική ή εξελληνισμένη, εφόσον υπάρχει, μορφή τους: Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, Ιωάννης ο Ακτήμων, Μαρία Θηρεσία, Φραγκίσκος Ιωσήφ, πάπας Βενέδικτος, άγιος Φραγκίσκος της Ασσίζης. Εξαιρέσεις: Ιβάν, Χουάν, η Τζουλιάνα της Ολλανδίας.

ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΞΕΝΙΚΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ

            Ο ελληνικός τονικός κανόνας, ότι μία λέξη μπορεί να τονιστεί μόνον σε μία από τις τρεις τελευταίες συλλαβές, δεν εφαρμόζεται στη μεταγραφή των μη εξελληνισμένων ξενικών κυρίων ονομάτων. Τονίζουμε και προηγούμενες συλλαβές, όταν έτσι τονίζεται στην ξένη γλώσσα το μεταγραφόμενο όνομα: Φράνκενστάιν.

ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΞΕΝΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝΥΜΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ

            Τα ξενικά κύρια ονόματα, που δεν έχουν εξελληνιστεί ούτε και έχουν καθιερωμένο τύπο μεταγραφής, αποδίδονται κατά την προφορά τους- όσο αυτό είναι εφικτό. Οδηγός για φωνητική απόδοση κρίνονται τα λεξικά: Websters Biographical και Websters Geographical. Δεν κρατούμε τα όμοια σύμφωνα στην αρχή και στο τέλος των ξενικών κυρίων ονομάτων: Cordell- Κορντέλ Χαλ. Κρατούμε τα όμοια σύμφωνα ανάμεσα από φωνήεντα, εκτός από τα ζεύγη BB, DD, GG που δεν μπορούν να μεταγραφούν με την ξενική προφορά τους( μπμπ, ντντ, γκγκ). Mallarme, - Mαλλαρμέ. Δε λογίζονται όμοια σύμφωνα τα συμφωνικά συμπλέγματα : CK, CQ, SC, SCH, SZ τα οποία και μεταγράφονται όπως, κατά περίπτωση, προφέρονται: Eckermann- Έκερμαν. Στα γερμανικά ονόματα το διπλό συμφωνικό σύμπλεγμα SCH μεταγράφεται ως διπλό- σ: Eschscholtz- Έσσολτζ. Κρατούν την καθιερωμένη μορφή τους τα ζεύγη: όνομα εξελληνισμένο + επώνυμο εξελληνισμένο, όνομα ξενόφωνο + επώνυμο εξελληνισμένο, όνομα εξελληνισμένο+ επώνυμο ξενόφωνο, όνομα ξενόφωνο + επώνυμο ξενόφωνο: πρώτη κατηγορία: Ιωάννης Γουτεμβέργιος, δεύτερη κατηγορία: Ριτσιότι Γαριβάλδης, Τρίτη κατηγορία: Ιούλιος Βερν, τέταρτη κατηγορία: Ζυλ Ρομαίν. Το ίδιο προσωπωνύμιο άλλοτε εξελληνίζεται, άλλοτε όχι. Σε περίπτωση αμφιβολίας προτιμούμε το ξενόφωνο: Εμίλ ( όχι: Αιμίλιος).

 ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΞΕΝΙΚΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝΥΜΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ (2)

Τα ξενικά κύρια ονόματα που δεν εξελληνίζονται ούτε και έχουν καθιερωμένο τύποι μεταγραφής αποδίδονται χωρίς εφαρμογή της ιστορικής ορθρογραφίας: Σαν Αντόνιο ( όχι: Σαν Αντώνιο). Η εξελληνισμένη μορφή των ξενικών κυρίων ονομάτων δεν είναι σε όλες τις περιπτώσεις σήμερα ανεκτή, με κριτήριο το σύγχρονο γλωσσικό αίσθημα. Γράφουμε και λέμε: Μποσσυέ- όχι: Βοσσουέτος. Τα ξενικά κύρια ονόματα , τα οποία δεν έχουν εξελληνιστεί, αλλά χρησιμοποιούνται ήδη σε πάγιο τύπο της απλής μεταγραφής τους, κρατούν τον τύπο αυτόν, εφόσον δε διαιωνίζει αδικαιολόγητες αλλοιώσεις. Γράφουμε και λέμε: Τζώρτζιλ, όχι Τσέτρζιλ. Σεβαστές παραμένουν αλλοιώσεις με διεθνή καθιέρωση, όπως:Άιφελ, όχι Εφφέλ.

             

 

 ΗΜΕΡΟΔΕΙΚΤΕΣ- ΩΡΟΔΕΙΚΤΕΣ

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ

1.   Ο πλήρης ημερολογιακός δείκτης ( ημερομηνία, μήνας, έτος) γράφεται με απόλυτο αριθμητικό για την ημέρα, άναρθρη γενική για τον μήνα ( στη λόγια μορφή του), απόλυτο αριθμητικό για το έτος. Γράφουμε:1η Ιανουαρίου 1991.

2.   Τα ονόματα των μηνών εκφέρονται κατά κανόνα στη λογιότερη μορφή τους. Λέμε και γράφουμε:Ιανουάριος, Φεβρουάριος, Ιούνιος, Ιούλιος, Σεπτέμβριος- όχι Σεπτέμβρης, Οκτώβριος- όχι Οκτώβρης κτλ. Στην περίπτωση που λόγοι ύφους επιβάλλουν την πρόκριση της δημοτικής μορφής των μηνών, η γενική είναι πάντοτε έναρθρη. Γράφουμε: 5 του Γενάρη ( όχι 5 Γενάρη), 2 του Ιούνη ( όχι 2 Ιούνη).

3.   Σε περίπτωση που ο ημερολογιακός δείκτης επιβάλλει να διαβαστεί η ημέρα ως τακτικό και όχι ως απόλυτο αριθμητικό, προσγράφεται στον αριθμό το γράμμα- η - ή α αναλόγως. Γράφουμε: η 25η Μαρτίου.

4.   Όταν ο πλήρης ημερολογιακός δείκτης φιλοξενείται στο εσωτερικό μιας πρότασης σε πλάγια πτώση (γενική ή αιτιατική), το έτος γράφεται με αριθμητικό, συνοδεύεται όμως και από το αντίστοιχο άρθρο. Γράφουμε: τα οικονομικά μέτρα θα ισχύσουν από πρώτης Ιανουαρίου του 1991- όχι: από πρώτης Ιανουαρίου 1991.

ΩΡΟΔΕΙΚΤΕΣ

            Γράφουμε και λέμε: στη μία ή στη μιάμιση- και όχι: στις μία ή στις μιάμιση. Οι συντομογραφίες π. μ. και μ. μ. διαβάζονται προ μεσημβρίας και μετά μεσημβρία (ν).

 ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ (1)

ΕΝ ΠΑΣΗ ΠΕΡΠΤΩΣΕΙ

            Η λόγια έκφραση εν πάση περιπτώσει, η οποία πέρασε στον καθημερινό προφορικό και γραπτό λόγο, συχνά χρησιμοποιείται με ανορθόγραφο τρόπο, ως προς την κατάληξη του πάση, που εμφανίζεται ως « πάσει». Είναι προφανές πως πρόκειται για δοτική του θηλυκού πάσα, και δεν πρέπει να εξομοιώνεται αναλογικώς με τη δοτική περιπτώσει. Η δημώδης μετάφραση της λόγιας έκφρασης σε κάθε περίπτωση δεν είναι άστοχη και μπορεί κατά περίπτωση να αντικαθιστά το εν πάση περιπτώσει.

ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΓΝΩΜΙΚΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

            Εξ απαλών ονύχων= από τη βρεφική ή την πρώιμη ηλικία. Σημαίνει κάποια εκ γενετής ή πρώιμη, θετική ή αρνητική, ιδιότητα ενός προσώπου. Γράφουμε και λέμε: υπήρξε πλούσιος εξ απαλών ονύχων.

            Αβρόχοις ποσί= χωρίς να βρέξει κάποιος τα πόδια του, χωρίς να διακινδυνεύσει κάποιος καθόλου. Γράφουμε και λέμε: πέρασε τους κινδύνους αβρόχοις ποσί.

            Εξ όνυχος τον λέοντα= από το νύχι καταλαβαίνει κάποιος το λιοντάρι. Γνωρίζω το σύνολο από μία χαρακτηριστική λεπτομέρεια. Γράφουμε και λέμε: εξ όνυχος τον λέοντα , τα λόγια του τον αποκάλυψαν.

            Κατ’εικόνα και καθ’ ομοίωση (-σιν)= πανομοιότυπη δημιουργία του ανθρώπου από τον Θεό. Εναλλάσσεται η ψίλωση και η δάσυνση των δύο ουσιαστικών ( καθ’εικόνα και κατ’ομοίωση) ή προστίθεται -ν- στην τριτόκλιτη αιτιατική εικόνα.

            Μέτρον άριστον= το παν, που συνήθως προτάσσεται, περιττεύει και πάντως δεν ανήκει στην πρωτότυπη γνωμική πρόταση.

            Παραπέμπω στις ελληνικές καλλένδες: αναβάλλω μια απόφαση σε αόριστο και ανύπαρκτο χρόνο ( ελληνικές καλλένδες δεν υπάρχουν, υπάρχουν μόνον ρωμαϊκές καλλένδες).

           

ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΓΝΩΜΙΚΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

           

            hic et nunc: η λατινική έκφραση σημαίνει εδώ και τώρα. Δηλώνει την επιτακτική ανάγκη ενός μέτρου στον συγκεκριμένο χώρο και στον παρόντα χρόνο, ή για να υπογραμμίσει τα διακριτικά χαρακτηριστικά της λυρικής ποίησης έναντι της επικής. Λέμε και γράφουμε: αυτό το μέτρο επιβάλλεται να γίνει hic et nunc.

            grosso modo: χονδρικώς, πάνω κάτω, μερική ευστοχία μιας εκτίμησης. Λέμε και γράφουμε: grosso modo ο Μέγας Ανατολικός μπορεί να χαρακτηρισθεί πορνογράφημα.

            per terram per mare: στην ξηρά και στη θάλασσα, πανταχού. Με την έκφραση αυτή δηλώνουμε την ευρύτατη διάδοση ενός προσώπου, έργου ή πράγματος. Λέμε και γράφουμε: per terram per mare διαδόθηκε η είδηση.

            sine gua non: εκ των ων ουκ άνευ, προϋπόθεση. Δηλώνεται με την έκφραση αυτή απαράβατος όρος. Λέμε και γράφουμε: η αντικειμενική πληροφόρηση είναι sine gua non όρος της δημοσιογραφικής δεοντολογίας.

            mea culpa: από δικό μου σφάλμα. Δηλώνεται με την έκφραση αυτή ομολογία προσωπικής ενοχής. Λέμε και γράφουμε: τα γεγονότα στη Σητεία έγιναν mea culpa.

            pro domo sua: η έκφραση αντιστοιχεί κατά περίπτωση στις ομόλογες ελληνικές λόγιες εκφράσεις υπέρ βωμών και εστιών ή υπέρ πίστεως και πατρίδος. Χρησιμοποιείται για να δηλωθεί ο υπέρ πάντων αγών. Λέμε και γράφουμε: οι στρατιώτες αγωνίζονται pro dono sua.

           

 ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ (2)

            sic: ούτως πως, κάπως έτσι. Εντός παρενθέσεως η λέξη σημαίνει ( ειρωνικά) γραμματικό, συντακτικό, νοηματικό ή πραγματικό σφάλμα στον προφορικό ή γραπτό λόγο κάποιου άλλου: σε άρθρο εφημερίδας υπήρχε η πρόταση: πολλοί (sic) περισσότεροι άνθρωποι.

            terminus ante guem: χρονικό όριο, πριν από το οποίο έχει συμβεί κάτι, terminus post guem: χρονικό όριο, μετά το οποίο συνέβη κάτι. Λέμε και γράφουμε: το 1974 αποτελεί terminus ante guem ως προς την παρανομία του Κ. Κ. Ε.

            mutatis mutandis: με την μεταβολή των μεταβλητέων όρων, ‘τηρουμένων των αναλογιών’. Δηλώνεται ότι η σύγκριση δύο προσώπων, έργων ή πραγμάτων νομιμοποιείται μέχρι ενός ορισμένου σημείου. Λέμε και γράφουμε: ο Γεώργιος Χορτάτσης mutatis mutandis είναι ο Σαίξπηρ του νεοελληνικού θεάτρου.

            tabula rasa: άγραφο χαρτί. Δηλώνεται η πλήρης άγνοια για κάποιο συγκεκριμένο θέμα. Λέμε και γράφουμε: τα παιδιά θεωρούνται tabula rasa για πολλά πράγματα.

            scrpta manent, verba volant: τα γραπτά μένουν, τα λόγια πετούν. Δηλώνεται ο οριστικός χαρακτήρας της γραφής σε αντίθεση προς τον προσωρινό χαρακτήρα του προσφορικού λόγου.

            urbi et orbi: στην πόλη ( στη Ρώμη) και στην οικουμένη, σ’ όλο τον κόσμο. Δηλώνεται περίπου το ίδιο νόημα με το per terram per mare. Λέμε και γράφουμε: ο Όμηρος είναι γνωστός ποιητής urbi et orbi.     

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΟΙ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΟΙ ΟΡΟΙ

            Αποφεύγουμε ξενόγλωσσους όρους, εφόσον υπάρχουν αντίστοιχοι δόκιμοι ελληνικοί. Λέμε και γράφουμε: μορφή, τύπος ( όχι φόρμα), υλικό ( όχι ματιέρα), ύφος, τρόπος, ρυθμός ( όχι στυλ), γνώμονες, δείχτες, κανόνες ( όχι νόρμες), πεζός λόγος ( όχι πρόζα), ομοιοκαταληξία ( όχι ρίμα), κεφαλαιοκρατία, κεφαλαιοκράτης ( όχι καπιταλισμός, καπιταλιστής), απαισιοδοξία, απαισιόδοξος (όχι πεσσιμισμός, πεσσιμιστής), αισιοδοξία, αισιόδοξος ( όχι οπτιμισμός, οπτιμιστής), μοιρολατρία, μοιρολάτρης όχι φαταλισμός, φαταλιστής), πλέγμα, σύμπλεγμα ( όχι κόμπλεξ), καλλιέργεια, πολιτισμός, παιδεία (όχι κουλτούρα), παράγων, πορεία, διαδικασία ( όχι προτσές), διαμαρτυρόμενος (όχι προτεστάντης- αλλά προτεσταντισμός), φύλο, ερωτική πράξη ( όχι σεξ, αλλά σεξουαλική ζωή), ανθρωπισμός, ανθρωπιστικές σπουδές ( όχι ουμανισμός, ουμανιστικές σπουδές, αλλά οι ουμανιστές της Αναγέννησης, υπερρεαλισμός ( όχι σουρρεαλισμός, αλλά αυτά είναι σουρρεαλιστικά= ακαταλαβίστικα).

            Ορισμένοι ξενόγλωσσοι όροι είναι υποχρεωτικοί, εφόσον χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν το συγκεκριμένο ιστορικό τους νόημα, που δεν το καλύπτει η ελληνκή τους απόδοση, όπως: οπορτουνισμός, οπορτουνιστής ( για να ορίσουμε συγκεκριμένη πολιτική στάση στο πλαίσιο της Ρωσικής Επανάστασης ή της μαρξιστικής πρακτικής), διαφορετικά: καιροσκοπία, καιροσκόπος. Ουμανισμός, ουμανιστής (για το ομώνυμο ιδεολογικό κίνημα της Αναγέννησης), διαφορετικά: ανθρωπισμός, ανθρωπιστής. Ιντελιγκέντσια (για τους ρώσους διανοούμενους της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου), διαφορετικά: διανόηση, διανοούμενοι. Νατουραλισμός: για το ομώνυμο λογοτεχνικό και ιδεολογικό κίνημα στα τέλη του περασμένου αιώνα, διαφορετικά: φυσιοκρατία. Γενικά χρησιμοποιούμε τους ξενόγλωσσους όρους, όπου είναι απαραίτητοι και αναντικατάστατοι, με οικονομία και καλαισθησία.